Ο όρος "temperature saturation" αναφέρεται στην κατάσταση όπου ένα υλικό ή ένα αέριο έχει φτάσει στο ανώτατο επίπεδο ικανότητας απορρόφησης θερμότητας ή διαλυτοποίησης υδρατμών. Στην επιστήμη των κλιμάτων και της ατμόσφαιρας, συχνά χρησιμοποιείται για να περιγράψει το σημείο όπου αέρας δεν μπορεί να κρατήσει περισσότερη υγρασία ή θερμότητα.
Η χρήση της φράσης "temperature saturation" είναι πιο συχνή σε γραπτά περιβάλλοντα, όπως επιστημονικά άρθρα, αναφορές και κείμενα σχετικά με τη μετεωρολογία ή τη φυσική.
Το σημείο κορεσμού θερμοκρασίας είναι κρίσιμο για την κατανόηση του πώς σχηματίζονται τα σύννεφα.
When the air reaches temperature saturation, it can no longer hold additional moisture.
Ο όρος "temperature saturation" δεν χρησιμοποιείται πολύ σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να συνδυαστεί με άλλους όρους σε επιστημονικά συμφραζόμενα. Ακολουθούν μερικές προτάσεις που σχετίζονται με τη μάθηση και ερμηνεία της:
Μόλις επιτευχθεί ο κορεσμός θερμοκρασίας, δεν θα υπάρξει περαιτέρω αύξηση της υγρασίας.
"Saturation vapor pressure": The temperature saturation increases when the saturation vapor pressure rises.
Η λέξη "temperature" προέρχεται από τα λατινικά "temperatura", που σημαίνει "ρύθμιση". Η λέξη "saturation" προέρχεται από το λατινικό "saturatio", που σημαίνει κορεσμό ή πληρότητα.
Αυτή είναι η εκτενής ανάλυση του όρου "temperature saturation". Αν έχετε περαιτέρω ερωτήσεις ή χρειάζεστε επιπλέον πληροφορίες, παρακαλώ ενημερώστε με!