Η φράση "the highest mark" λειτουργεί ως ουσιαστικό και αναφέρεται σε ένα συγκεκριμένο βαθμό ή σημείο.
Φωνητική μεταγραφή με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφάβητου: /ðə ˈhaɪəst mɑːrk/
Η φράση "the highest mark" χρησιμοποιείται για να δηλώσει τον καλύτερο δυνατό βαθμό ή σημείο που μπορεί να επιτευχθεί σε μια κλίμακα, συνήθως σε σχολικά ή ακαδημαϊκά πλαίσια. Χρησιμοποιείται συχνά σε γραπτό και προφορικό λόγο, ιδιαίτερα σε περιβάλλοντα που σχετίζονται με εκπαίδευση και αξιολογήσεις. Η χρήση της είναι αρκετά συχνή, ιδίως κατά τη διάρκεια εξετάσεων ή αξιολογήσεων.
She achieved the highest mark in her class.
Επέτυχε τον υψηλότερο βαθμό στην τάξη της.
The student received the highest mark on the final exam.
Ο μαθητής έλαβε τον υψηλότερο βαθμό στην τελική εξέταση.
Η φράση "the highest mark" μπορεί να εμφανίζεται σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις και αλληγορικές αναφορές.
He aims for the highest mark in every project he undertakes.
Στοχεύει στον υψηλότερο βαθμό σε κάθε έργο που αναλαμβάνει.
Setting a goal is essential if you want to achieve the highest mark in your studies.
Η θέσπιση στόχου είναι απαραίτητη αν θέλεις να πετύχεις τον υψηλότερο βαθμό στις σπουδές σου.
In the world of academia, receiving the highest mark is a great honor.
Στον κόσμο της ακαδημαϊκής κοινότητας, η λήψη του υψηλότερου βαθμού είναι μια μεγάλη τιμή.
To be competitive, you need to secure the highest mark possible.
Για να είσαι ανταγωνιστικός, πρέπει να εξασφαλίσεις τον υψηλότερο δυνατό βαθμό.
Η λέξη "mark" προέρχεται από τη μεσαία αγγλική λέξη "mearc," που σημαίνει "σύνορο." Αργότερα, η έννοια επέκτεινε στη σημειογραφία ή την καταγραφή, ενώ η λέξη "highest" προέρχεται από τη μεσαιωνική αγγλική "heh," που σημαίνει "υψηλός."
Συνώνυμα:
- το ανώτατο σημείο
- ο κορυφαίος βαθμός
Αντώνυμα:
- ο χαμηλότερος βαθμός
- η κατώτερη σημείωση