thinking - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

thinking (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Ανάλυση της λέξης "thinking"

Πιθανές επιλογές μετάφρασης στα ελληνικά

Τι μέρος του λόγου μπορεί να είναι η λέξη στα Αγγλικά;

1. Ρήμα

2. Ουσιαστικό

Πώς χρησιμοποιείται η λέξη στα Αγγλικά

Η λέξη "thinking" χρησιμοποιείται για να περιγράψει τη διαδικασία της σκέψης, τη λογική ανάλυση ή την κριτική σκέψη. Συχνά χρησιμοποιείται σε επιστημονικές ή εκπαιδευτικές διαλέξεις και κείμενα για να αναλύσει τρόπους σκέψης, στρατηγικές ή μεθόδους ανάλυσης.

Συχνότητα χρήσης

Η λέξη "thinking" είναι αρκετά συχνή στην αγγλική γλώσσα, ιδιαίτερα σε ακαδημαϊκά και επαγγελματικά περιβάλλοντα. Χρησιμοποιείται σε πολλούς τομείς, όπως η εκπαίδευση, η ψυχολογία και η φιλοσοφία.

Χρησιμοποιείται στην προφορική ή γραπτή ομιλία

Η λέξη "thinking" χρησιμοποιείται τόσο στην προφορική όσο και στη γραπτή ομιλία. Στην προφορική ομιλία μπορεί να χρησιμοποιείται σε καθημερινές συζητήσεις, ενώ στη γραπτή ομιλία τη συναντάμε συχνά σε ακαδημαϊκά κείμενα ή άρθρα.

Παραδείγματα χρήσης στα Αγγλικά

  1. "I am doing a lot of critical thinking about this issue."
    (Κάνω πολύ κριτική σκέψη σχετικά με αυτό το ζήτημα.)

  2. "Her thinking is very innovative."
    (Η σκέψη της είναι πολύ καινοτόμος.)

  3. "Effective thinking can lead to better decision-making."
    (Η αποτελεσματική σκέψη μπορεί να οδηγήσει σε καλύτερη λήψη αποφάσεων.)

Ετυμολογία

Η λέξη "thinking" προέρχεται από το παλαιό αγγλικό "thinccan" που σημαίνει "να σκεφτώ". Η μορφή "thinking" είναι η μετοχή του ρήματος "think" και χρησιμοποιείται για να δηλώσει τη διαδικασία που λαμβάνει χώρα κατά τη διάρκεια της σκέψης.