thinning - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

thinning (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "thinning" είναι ουσιαστικό.

Φωνητική μεταγραφή

/ˈθɪnɪŋ/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και Χρήση

Η λέξη "thinning" αναφέρεται στη διαδικασία ή την κατάσταση της μείωσης του πάχους ή της πυκνότητας ενός αντικειμένου ή μιας ουσίας. Χρησιμοποιείται συχνά σε διάφορα συμφραζόμενα, όπως στην περιγραφή της κοπής των δέντρων για να επιτραπεί καλύτερη ανάπτυξη ή στη διαδικασία εφαρμογής χρωμάτων ή άλλων υλικών, όπου το πάχος μειώνεται. Γενικά, η λέξη χρησιμοποιείται και στο προφορικό και στο γραπτό λόγο, αλλά είναι πιο διαδεδομένη στο γραπτό πλαίσιο, ειδικά σε τεχνικές ή επιστημονικές περιγραφές.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. The thinning of the forest allowed more sunlight to reach the ground.
  2. Η αραίωση του δάσους επέτρεψε σε περισσότερη ηλιακή ακτινοβολία να φτάσει στο έδαφος.

  3. They noticed the thinning hair on his head as he aged.

  4. Παρατήρησαν την αραίωση των μαλλιών στο κεφάλι του καθώς μεγάλωνε.

  5. Thinning the paint will make it easier to spread on the canvas.

  6. Η αραίωση του χρώματος θα διευκολύνει την εφαρμογή του πάνω στον καμβά.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "thinning" δεν χρησιμοποιείται ευρέως σε ιδιωματικές εκφράσεις στα Αγγλικά. Ωστόσο, μπορεί να ενσωματωθεί σε μερικές συγκεκριμένες φράσεις.

  1. "Thinning the herd" means reducing a population by culling or removing weaker members.
  2. "Αραίωση του κοπαδιού" σημαίνει μείωση του πληθυσμού μέσω αφαίρεσης ή εξόντωσης των ασθενέστερων μελών.

  3. "Thinning out" refers to the process of reducing the density of something, such as plants or resources.

  4. "Αραίωση" αναφέρεται στη διαδικασία μείωσης της πυκνότητας κάποιου, όπως φυτών ή πόρων.

  5. "Thinning the ranks" is often used in a military or organizational context to describe reducing personnel.

  6. "Αραίωση των βαθμών" χρησιμοποιείται συχνά σε στρατιωτικό ή οργανωτικό πλαίσιο για να περιγράψει τη μείωση του προσωπικού.

Ετυμολογία

Η λέξη "thinning" προέρχεται από το ρήμα "thin" που σημαίνει "γίνομαι λεπτός" ή "αραίω." Το "thinning" είναι η μορφή του -ing που δείχνει τη διαδικασία ή την κατάσταση που συμβαίνει.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Αραίωση: reduction - Λεπτότητα: slimmess - Αποδυνάμωση: weakening

Αντώνυμα: - Πάχυνση: thickening - Συγκέντρωση: concentration - Ενίσχυση: strengthening



25-07-2024