Το "through point" αποτελεί φράση που μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως ουσιαστικό, ανάλογα με το πλαίσιο.
/θru pɔɪnt/
Η φράση "through point" αναφέρεται σε ένα συγκεκριμένο σημείο ή περιοχή που επιτρέπει τη διέλευση ή την πρόσβαση μέσω αυτού, συχνά σε θέματα γεωμετρίας, φυσικής ή ακόμη και σταθερής κίνησης. Χρησιμοποιείται λιγότερο μεσοπρόθεσμα ή σε τεχνικές περιγραφές και περισσότερο σε γραπτό λόγο.
Η δέσμη φωτός περνά μέσα από το σημείο A στο γράφημα.
To solve the problem, we need to find the through point of the two lines.
Για να λύσουμε το πρόβλημα, πρέπει να βρούμε το σημείο μέσω του οποίου διασταυρώνονται οι δύο γραμμές.
The through point for the data analysis was crucial in our findings.
Η φράση "through point" δεν είναι κοινώς χρησιμοποιούμενη σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά εδώ είναι μερικές φράσεις που μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε διάφορες καταστάσεις:
Είναι σημαντικό να φτάσουμε στο δια ταύτα κατά την παρουσίαση.
Come to the through point in the discussion
Πρέπει να φτάσουμε στο κρίσιμο σημείο της συζήτησης για να πάρουμε μια απόφαση.
Hit a through point in the project
Η φράση "through point" προκύπτει από τον συνδυασμό της λέξης "through", που προέρχεται από την παλαιά αγγλική λέξη "þurh" (σημαίνει "μέσα από") και του "point", που προέρχεται από το λατινικό "punctum" (σημαίνει "σημείο").
Συνώνυμα: - intersection (διασταύρωση) - junction (διασταύρωση, κόμβος)
Αντώνυμα: - outpoint (σημείο εξόδου) - disconnect (αποσύνδεση)
Αυτή η παρέχουσα πληροφορία για τη φράση "through point" ελπίζω να είναι πλήρης και κατατοπιστική!