Η φράση "through-put buffing machine" αποτελείται από δύο λέξεις: "through-put" (ουσιαστικό) και "buffing machine" (ουσιαστικό). Συνοδευτικά, "buffing" λειτουργεί εδώ ως επίθετο που περιγράφει τον τύπο της μηχανής.
/θruːˈpʊt ˈbʌfɪŋ məˌʃin/
Ο όρος "through-put buffing machine" αναφέρεται σε μια μηχανή που χρησιμοποιείται για τη διαδικασία γυαλίσματος προϊόντων ή υλικών με υψηλή ροή παραγωγής. Χρησιμοποιείται κυρίως σε βιομηχανικές ρυθμίσεις όπου απαιτείται επεξεργασία πολλών αντικειμένων ταυτόχρονα, είτε σε γραμμές παραγωγής είτε σε εργαστήρια.
Αυτός ο όρος είναι ειδικός σε τεχνικές ή βιομηχανικές εφαρμογές, και γι' αυτό χρησιμοποιείται κυρίως στο γραπτό πλαίσιο και από επαγγελματίες του κλάδου, παρά στον καθημερινό προφορικό λόγο.
Η μηχανή γυαλίσματος μέσω παραγωγής αυξάνει σημαντικά την αποδοτικότητα της παραγωγής μας.
We installed a new through-put buffing machine in our factory last month.
Εγκαταστήσαμε μια νέα μηχανή γυαλίσματος μέσω παραγωγής στο εργοστάσιό μας τον περασμένο μήνα.
The design of the through-put buffing machine allows for continuous operation.
Σε γενικές γραμμές, ο συγκεκριμένος ορισμός δεν συνδέεται με ιδιωματικές εκφράσεις στην αγγλική γλώσσα. Ωστόσο, η έννοια του throughput (πάροχος παραγωγής ή απόδοσης) έχει κάποιες σχετικές εκφράσεις, που μπορούν να περιλαμβάνουν:
Έχουμε βρει τρόπους να αυξήσουμε την απόδοση στην γραμμή συναρμολόγησης μας.
"Maximize throughput"
Για να μεγιστοποιήσουμε την παραγωγή, πρέπει να απλοποιήσουμε τις διαδικασίες μας.
"Optimize throughput"
Ο όρος "through-put" προέρχεται από την έννοια της ροής (through) και της ποσότητας (put), που υποδηλώνει το ποσό ή τη ροή του υλικού που μπορεί να επεξεργαστεί μέσα σε ένα συγκεκριμένο χρόνο. Η λέξη "buffing" προέρχεται από το βουρτσάρισμα ή τρίψιμο μιας επιφάνειας για να της δώσει γυαλάδα.
Αυτές οι πληροφορίες καλύπτουν πλήρως την έννοια και τη χρήση της φράσης "through-put buffing machine".