to be cast - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

to be cast (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η φράση "to be cast" λειτουργεί ως ρήμα στη μορφή παραγόγου.

Φωνητική μεταγραφή

/tu bi kæst/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η φράση "to be cast" χρησιμοποιείται κυρίως για να υποδείξει ότι κάτι ή κάποιος έρχεται να επιλεγεί ή να ριχθεί (σε κάποιον ρόλο ή θέση). Στη γλώσσα των κινηματογραφικών παραγωγών και του θεάτρου, αναφέρεται στην επιλογή ηθοποιών για ρόλους.

Η συχνότητα χρήσης είναι υψηλή, ειδικά στον γραπτό λόγο που σχετίζεται με την τέχνη και τη συναυλία, καθώς και σε ειδήσεις και άρθρα για την ψυχαγωγία. Χρησιμοποιείται λιγότερο στον καθημερινό προφορικό λόγο, εκτός αν συζητείται για θέματα που αφορούν τις παραστάσεις ή τις κινηματογραφικές παραγωγές.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. He hopes to be cast in the next big movie.
  2. Ελπίζει να είναι ριγμένος στην επόμενη μεγάλη ταινία.

  3. Many actors auditioned to be cast for the lead role.

  4. Πολλοί ηθοποιοί δοκιμάστηκαν για να είναι ριγμένοι στο κύριο ρόλο.

  5. It's a great honor to be cast in such a prestigious production.

  6. Είναι μεγάλη τιμή να είναι ριγμένος σε μια τόσο престиж παραγωγή.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η φράση "to be cast" μπορεί να βρει εφαρμογή σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις, κυρίως στον τομέα των παραστάσεων. Ορισμένες φράσεις περιλαμβάνουν:

  1. "To be cast aside"
  2. Σημαίνει ότι κάτι ή κάποιος απορρίπτεται.
  3. Example: "After the scandal, he felt like he was cast aside by his friends."
  4. Μετάφραση: "Μετά το σκάνδαλο, ένιωθε ότι είχε απορριφθεί από τους φίλους του."

  5. "To be cast in stone"

  6. Αναφέρεται σε κάτι που είναι σταθερό και ανώτατο, όπως μια απλή απόφαση ή νόμος.
  7. Example: "The rules are not cast in stone; they can be changed."
  8. Μετάφραση: "Οι κανόνες δεν είναι απαραιτήτως σοβαροί· μπορούν να αλλάξουν."

  9. "To be cast out"

  10. Σημαίνει να απορριφθείς ή να αποκλειστείς από μια κοινωνία ή μια ομάδα.
  11. Example: "He was cast out for speaking against the leaders."
  12. Μετάφραση: "Απορρίφθηκε για να μιλήσει κατά των ηγετών."

Ετυμολογία

Η λέξη "cast" προέρχεται από την παλαιά Αγγλική λέξη "casten", που σημαίνει "ρίχνω" ή "θέτω σε κίνηση". Αυτή η λέξη έχει λατινικές ρίζες, σχετικές με την έννοια της διάθεσης ή εγκατάλειψης.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - to throw (να ρίξω) - to select (να επιλέγω) - to assign (να αναθέτω)

Αντώνυμα: - to reject (να απορρίπτω) - to dismiss (να απολύω) - to exclude (να αποκλείω)



25-07-2024