to recreate oneself - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

to recreate oneself (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "to recreate oneself" είναι ρήμα.

Φωνητική μεταγραφή

/tu ˌriːkriːˈeɪt wʌnˈsɛlf/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η φράση "to recreate oneself" σημαίνει να ανανεωθεί ή να επανασταθεί κάποιος, συχνά σε προσωπικό ή ψυχολογικό επίπεδο. Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει αλλαγές στον τρόπο ζωής, τις συνήθειες ή την προσωπικότητα ενός ατόμου.

Χρήση στη γλώσσα Αγγλικά: Η φράση χρησιμοποιείται συχνά σε γραπτό και προφορικό λόγο, αλλά είναι πιο παρατηρήσιμη σε θεωρητικά ή ψυχολογικά κείμενα. Η συχνότητα χρήσης μπορεί να διαφέρει ανάλογα με το κοινωνικό και πολιτισμικό περιβάλλον.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. After a difficult year, she decided to recreate herself and start anew.
  2. Αφού πέρασε μια δύσκολη χρονιά, αποφάσισε να αναδημιουργήσει τον εαυτό της και να ξεκινήσει ξανά.

  3. Many people travel to different countries to recreate themselves and find new perspectives.

  4. Πολλοί άνθρωποι ταξιδεύουν σε διάφορες χώρες για να αναδημιουργήσουν τον εαυτό τους και να βρουν νέες προοπτικές.

  5. The workshop helps participants to recreate themselves through art and self-expression.

  6. Το εργαστήριο βοηθά τους συμμετέχοντες να αναδημιουργήσουν τον εαυτό τους μέσω της τέχνης και της αυτοέκφρασης.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η φράση "to recreate oneself" μπορεί να συνδεθεί με κάποιες ιδιωματικές εκφράσεις που αφορά την αυτοανάλυση και την αλλαγή.

  1. Reinvent oneself: She decided to reinvent herself after the breakup.
  2. Αποφάσισε να ανακαλύψει ξανά τον εαυτό της μετά τον χωρισμό.

  3. Start over: Sometimes, we all need a chance to start over and recreate ourselves.

  4. Κάποιες φορές, όλοι χρειαζόμαστε μια ευκαιρία να ξεκινήσουμε από την αρχή και να αναδημιουργήσουμε τον εαυτό μας.

  5. Turn over a new leaf: He turned over a new leaf and decided to recreate himself.

  6. Άνοιξε ένα νέο κεφάλαιο και αποφάσισε να αναδημιουργήσει τον εαυτό του.

  7. Make a fresh start: Moving to a new city helped her make a fresh start and recreate herself.

  8. Η μετακόμιση σε μια νέα πόλη την βοήθησε να κάνει μια νέα αρχή και να αναδημιουργήσει τον εαυτό της.

  9. Be born anew: After the life-changing experience, she felt like she was born anew and could recreate herself.

  10. Μετά την αλλαγή ζωής, ένιωθε ότι είχε ξαναγεννηθεί και μπορούσε να αναδημιουργήσει τον εαυτό της.

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "recreate" προέρχεται από το λατινικό "creare," που σημαίνει "δημιουργώ," με το πρόθεμα "re-" που σημαίνει "ξανά." Το "oneself" προέρχεται από τη συνένωση του αγγλικού "one" (ένας) και του "self" (εαυτός).

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - To reinvent oneself - To renew oneself - To transform oneself

Αντώνυμα: - To stagnate - To remain the same - To refrain from change



25-07-2024