Η φράση "to reduce expenses" (να μειώσουμε τα έξοδα) αποτελεί ρήμα (verb) και σχετίζεται με το γιο.
[tu rɪˈdjus ɪkˈspɛnsɪz]
Η φράση "to reduce expenses" σημαίνει να ελαχιστοποιήσουμε ή να μειώσουμε τα χρήματα που ξοδεύουμε. Χρησιμοποιείται συχνά σε οικονομικά και επιχειρηματικά συμφραζόμενα. Είναι πολύ συνηθισμένη τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, ειδικά σε αναφορές σχετικές με οικονομικούς απολογισμούς και διαχείριση προϋπολογισμού.
The company decided to reduce expenses to improve profitability.
(Η εταιρεία αποφάσισε να μειώσει τα έξοδα για να βελτιώσει την κερδοφορία.)
We need to find ways to reduce expenses this year.
(Πρέπει να βρούμε τρόπους να μειώσουμε τα έξοδα φέτος.)
Η φράση "to reduce expenses" χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, οι οποίες περιλαμβάνουν:
"Cut down on unnecessary expenses"
(Περιορίστε τα περιττά έξοδα.)
"Bate the expenses by shopping smart"
(Μειώστε τα έξοδα κάνοντας έξυπνες αγορές.)
"It's crucial to cut down your expenses in a financial crisis"
(Είναι ζωτικής σημασίας να μειώσετε τα έξοδα σας σε μια χρηματοοικονομική κρίση.)
"To reduce expenses is essential for long-term success"
(Η μείωση των εξόδων είναι απαραίτητη για τη μακροχρόνια επιτυχία.)
"You can always find ways to cut down on your daily expenses"
(Μπορείτε πάντα να βρείτε τρόπους να μειώσετε τις καθημερινές σας δαπάνες.)
Η λέξη "reduce" προέρχεται από τη λατινική λέξη "reducere", που σημαίνει "να φέρει πίσω". Η λέξη "expense" προέρχεται από τη λατινική λέξη "expensum", που σημαίνει "το ποσό που ξοδεύτηκε".
Συνώνυμα: - Minimize expenses - Lower costs - Cut costs
Αντώνυμα: - Increase expenses - Expand costs - Raise spending