to splash water - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

to splash water (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Ρήμα

Φωνητική μεταγραφή

/tu splæʃ ˈwɔːtər/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και χρήση

Η φράση "to splash water" σημαίνει να ρίχνεις ή να πιτσιλάς νερό, συνήθως με τρόπο που προκαλεί ακατάστατη ή φασαριώδη κίνηση του νερού. Χρησιμοποιείται συχνά για να περιγράψει μια ενέργεια που μπορεί να συμβεί κατά τη διάρκεια παιχνιδιού με νερό ή όταν κάποιος ρίχνει νερό με δύναμη, δημιουργώντας σταγόνες ή πιτσιλιές.

Η φράση αυτή χρησιμοποιείται και στο γραπτό και στον προφορικό λόγο, με αρκετή συχνότητα, καθώς εμφανίζεται σε περιγραφές καθημερινών δραστηριοτήτων.

Παρα例ματικές προτάσεις

  1. The children love to splash water in the pool.
    Τα παιδιά αγαπούν να πιτσιλάνε νερό στην πισίνα.

  2. Don't splash water on the floor while you are washing dishes.
    Μη ρίχνεις νερό στο πάτωμα καθώς πλένεις τα πιάτα.

  3. He decided to splash water on his face to wake himself up.
    Αποφάσισε να ρίξει νερό στο πρόσωπό του για να ξυπνήσει.

Ιδιωματικές Εκφράσεις

Η φράση "splash water" μπορεί να ενσωματωθεί σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις. Εδώ είναι μερικές παραδείγματα:

  1. I don't want to splash water on your plans.
    Δεν θέλω να ρίξω νερό στα σχέδιά σου.

  2. He's always splashing water on others' ideas, making it hard to collaborate.
    Πάντα ρίχνει νερό στις ιδέες των άλλων, κάνοντάς το δύσκολο να συνεργαστείς.

  3. Let's not splash water on this serious matter.
    Ας μην ρίξουμε νερό σε αυτό το σοβαρό ζήτημα.

  4. She splashed water on his enthusiasm with her criticism.
    Η κριτική της έριξε νερό στον ενθουσιασμό του.

  5. Don’t splash water on my excitement; this opportunity is important to me!
    Μην ρίχνεις νερό στον ενθουσιασμό μου; αυτή η ευκαιρία είναι σημαντική για μένα!

Ετυμολογία

Η λέξη "splash" προέρχεται πιθανόν από τη βοή που συμβαδίζει με την κίνηση του νερού, έχοντας ρίζες στην παλαιότερη αγγλική γλώσσα. Η λέξη "water" προέρχεται από το Παλαιά Αγγλικά "wæter", που σχετίζεται με άλλες ευρωπαϊκές γλώσσες που αναφέρονται στο νερό.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - πιτσιλίζω (to sprinkle) - ρίχνω (to throw)

Αντώνυμα: - αποφεύγω (to avoid) - στεγνώνω (to dry)



25-07-2024