to trowel praise (φράση)
tə ˈtraʊəl preɪz
Η φράση "to trowel praise" αναφέρεται στην πράξη του να επαινείς ή να εκφράζεις θετικές απόψεις για κάποιον ή κάτι με μια επιπλέον δόση ενθουσιασμού ή υπερβολής. Η χρήση της λέξης "trowel" υποδηλώνει μια κίνηση που είναι επαναλαμβανόμενη και κατά πάσα πιθανότητα υπερβολική, όπως το «να απλώσω» κομπλιμέντα, όπως απλώνεις υλικό με μια τσάπα.
Είναι μια πιο συχνή έκφραση στον γραπτό λόγο, καθώς χρησιμοποιείται σε κριτικές, άρθρα ή κείμενα που αναλύουν απόψεις και συναισθήματα.
He tends to trowel praise onto his colleagues more than necessary.
Τείνει να επαινεί τους συναδέλφους του περισσότερο από όσο χρειάζεται.
After the performance, the critic decided to trowel praise on the lead actor.
Μετά την παράσταση, ο κριτικός αποφάσισε να επαινέσει υπερβολικά τον κύριο ηθοποιό.
Η φράση "to trowel praise" χρησιμοποιείται σε διάφορους ιδιωματικούς τρόπους στον Αγγλικό λόγο:
They always trowel praise on their top performers during meetings.
Πάντα επαινούν υπερβολικά τους κορυφαίους εργαζομένους τους κατά τη διάρκεια συναντήσεων.
Some people just trowel praise without any real merit behind it.
Ορισμένοι άνθρωποι απλώς επαινούν υπερβολικά χωρίς πραγματική αξία πίσω από αυτό.
To get a promotion, you might need to trowel praise on your boss.
Για να αποκτήσεις προαγωγή, ίσως χρειαστεί να επαινέσεις υπερβολικά το αφεντικό σου.
In her speech, she troweled on the praise for the volunteers.
Στην ομιλία της, επαίνεσε υπερβολικά τους εθελοντές.
He was known to trowel praise when he wanted something in return.
Ήταν γνωστός ότι επαινούσε υπερβολικά όταν ήθελε κάτι σε αντάλλαγμα.
Η λέξη "trowel" προέρχεται από την Παλαιά Αγγλική λέξη "trowel", η οποία σημαίνει «εργαλείο για να απλώνεις μάζα». Η χρήση της λέξης για τον επαίνεμα με μια μεταφορική έννοια προήλθε από την εικόνα μιας πράξης που υπερβαίνει την αναγκαία ή φυσική ποσότητα.
Συνώνυμα: - extol - laud - flatter
Αντώνυμα: - criticize - belittle - disparage