Η φράση "tolerance dose" αποτελείται από δύο λέξεις: - "tolerance" (ουσιαστικό) - "dose" (ουσιαστικό)
/təˈlɜrəns doʊs/
Η φράση "tolerance dose" αναφέρεται σε μια ποσότητα, συνήθως ενός φαρμάκου ή άλλης δραστικής ουσίας, που ο οργανισμός μπορεί να αποδεχτεί χωρίς να προκαλέσει παρενέργειες ή κακή αντίδραση. Χρησιμοποιείται κυρίως σε ιατρικούς ή φαρμακευτικούς τομείς, καθώς και στη χημεία. Η συχνότητα χρήσης της είναι μεγαλύτερη σε γραπτό πλαίσιο όπως ερευνητικά κείμενα ή ιατρικές αναφορές, αν και μπορεί να χρησιμοποιηθεί και στον προφορικό λόγο.
The doctor increased my tolerance dose for the medication.
(Ο γιατρός αύξησε τη δόση ανοχής για το φάρμακο.)
Understanding your tolerance dose is crucial for safe medication management.
(Η κατανόηση της δόσης ανοχής σας είναι κρίσιμη για ασφαλή διαχείριση φαρμάκων.)
Η φράση "tolerance dose" δεν είναι τόσο κοινό μέρος ιδιωματικών εκφράσεων, αλλά παρακάτω υπάρχουν προτάσεις που σχετίζονται με την έννοια του φαρμάκου και της ανεκτικότητας:
The tolerance dose may vary from person to person.
(Η δόση ανοχής μπορεί να διαφέρει από άτομο σε άτομο.)
After months of treatment, he developed a higher tolerance dose.
(Μετά από μήνες θεραπείας, ανέπτυξε υψηλότερη δόση ανοχής.)
Medical professionals must monitor the tolerance dose for each patient.
(Οι ιατρικοί επαγγελματίες πρέπει να παρακολουθούν τη δόση ανοχής για κάθε ασθενή.)
Η λέξη "tolerance" προέρχεται από τη λατινική λέξη "tolerantia" που σημαίνει "υπομονή" ή "ανεκτικότητα". Η λέξη "dose" προέρχεται από τη γαλλική λέξη "dose", η οποία προέρχεται από τη λατινική "dosis" που σημαίνει "χωρίς". Η σύνθεση των δύο λέξεων δίνει την έννοια της ποσότητας που μπορεί να αντέξει ένα άτομο.
Αυτή η παρουσίαση των στοιχείων για τη φράση "tolerance dose" ελπίζω να είναι χρήσιμη!