Ο όρος "tonic water" είναι ένα ουσιαστικό.
/ˈtɒnɪk ˈwɔːtər/
Το "tonic water" αναφέρεται σε ένα αεριούχο ποτό που περιέχει κιτρικό οξύ, ζάχαρη (ή γλυκαντικά) και κινίνη, η οποία του δίνει τη χαρακτηριστική πικρή γεύση. Συνήθως χρησιμοποιείται ως αναμίκτης σε κοκτέιλ, ιδιαίτερα σε συνδυασμούς με τζιν.
Το "tonic water" χρησιμοποιείται συχνά σε μπαρ και εστιατόρια, καθώς και σε κοινωνικές περιστάσεις που περιλαμβάνουν κοκτέιλ. Η χρήση του είναι συχνότερη σε γραπτό πλαίσιο, όπως σε μενού, συνταγές κοκτέιλ, ή γαστρονομικά άρθρα.
I ordered a gin and tonic water at the bar.
Παρήγγειλα ένα τζιν με τονωτικό νερό στο μπαρ.
Tonic water has a distinct bitter taste due to the quinine.
Το τονωτικό νερό έχει χαρακτηριστική πικρή γεύση λόγω της κινίνης.
Mixing fruit juice with tonic water can create a refreshing drink.
Η ανάμειξη χυμού φρούτων με τονωτικό νερό μπορεί να δημιουργήσει ένα αναζωογονητικό ποτό.
Το "tonic water" δεν έχει ιδιαίτερες ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε ορισμένες συγκυρίες που αφορούν ποτά ή κοκτέιλ.
She prefers her cocktails with a splash of tonic water.
Αυτή προτιμά τα κοκτέιλ της με μια σταγόνα τονωτικού νερού.
He likes to add tonic water to his whiskey for a unique twist.
Αυτή αρέσει να προσθέτει τονωτικό νερό στο ουίσκι του για μια μοναδική ανατροπή.
Mixing tonic water with spirits enhances the overall flavor.
Η ανάμειξη του τονωτικού νερού με πνεύματα ενισχύει τη συνολική γεύση.
Η λέξη "tonic" προέρχεται από το ελληνικό "τονικός", που σημαίνει "ενισχυτικός", και "water" προέρχεται από την αρχαία αγγλική λέξη "wæter," που σημαίνει "νερό."
Αυτές οι πληροφορίες παρέχουν μια ολοκληρωμένη εικόνα για το "tonic water," αποσαφηνίζοντας τη σημασία, τις χρήσεις του και τις διάφορες γλωσσικές πτυχές που το συνοδεύουν.