tooth brushing: φράση (noun phrase)
/tuːθ ˈbrʌʃɪŋ/
Η φράση "tooth brushing" αναφέρεται στη διαδικασία καθαρισμού των δοντιών με την χρήση μιας οδοντόβουρτσας και οδοντόκρεμας. Είναι μια καθημερινή διαδικασία υγιεινής που προλαμβάνει την τερηδόνα και άλλες στοματικές παθήσεις. Χρησιμοποιείται συχνά στην καθημερινή ομιλία και τον γραπτό λόγο, καθώς η υγιεινή των δοντιών είναι θεμελιώδης για την προσωπική υγεία.
Η φράση χρησιμοποιείται περισσότερο σε γραπτό πλαίσιο, όπως σε ιατρικά άρθρα, οδοντιατρικές οδηγίες ή εκπαιδευτικά υλικά.
Το βούρτσισμα δοντιών είναι απαραίτητο για τη διατήρηση της στοματικής υγιεινής.
Children should learn proper tooth brushing techniques at an early age.
Η φράση "tooth brushing" δεν είναι ιδιαίτερα γνωστή για ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά συσχετίζεται με κάποιες συνηθισμένες φράσεις σχετικά με την υγιεινή και την οδοντιατρική φροντίδα.
Βεβαιώσου ότι θα συμπεριλάβεις το βούρτσισμα δοντιών στην καθημερινή σου ρουτίνα.
A good tooth brushing session can prevent future dental issues.
Ένα καλό βούρτσισμα δοντιών μπορεί να προλάβει μελλοντικά οδοντικά προβλήματα.
Tooth brushing twice a day keeps the cavities away.
Ο όρος "tooth" προέρχεται από την Παλαιά Αγγλική λέξη "toð", και η λέξη "brush" έχει ρίζες στο Ολντ Γερμανικό "bruska". Η σύνθεση των δύο λέξεων υποδηλώνει την εργασία της καθαριότητας των δοντιών.
Συνώνυμα: - Dental cleaning - Oral hygiene practice
Αντώνυμα: - Neglecting oral care - Tooth decay (αφόρητο αντίκλείμενο από τη διαδικασία)
Η φράση "tooth brushing" είναι κρίσιμη για τη διατήρηση της στοματικής υγειάς και χρησιμοποιείται ευρέως και σε προφορικό και σε γραπτό λόγο.