Η φράση "top form" λειτουργεί ως ουσιαστικό.
/fɔrm/
Η φράση "top form" αναφέρεται σε μία κατάσταση που είναι στην καλύτερη δυνατή μορφή ή κατάσταση. Χρησιμοποιείται συχνά για να περιγράψει κάποιον που αποδίδει καλά ή βρίσκεται σε εξαιρετική φυσική ή πνευματική κατάσταση. Η συχνότητα χρήσης της είναι περισσότερη στον προφορικό λόγο.
"Είναι σε κορυφαία κατάσταση για τον επερχόμενο αγώνα."
"After months of training, she finally reached her top form."
"Μετά από μήνες προπόνησης, επιτέλους έφτασε στην άριστη φόρμα της."
"We need to ensure the team is in top form before the tournament."
Η φράση "top form" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις:
"Εκτέλεσε σε κορυφαία κατάσταση στη συναυλία."
"In order to play well, athletes must be in top form."
"Για να παίξουν καλά, οι αθλητές πρέπει να είναι σε άριστη φόρμα."
"After a long rest, I feel I'm returning to top form."
"Μετά από μια μακρά ξεκούραση, νιώθω ότι επιστρέφω σε κορυφαία κατάσταση."
"To win the championship, every player needs to be in top form."
"Για να κερδίσουν το πρωτάθλημα, κάθε παίκτης πρέπει να είναι σε καλύτερη κατάσταση."
"The coach said the team was in top form for the final match."
Η φράση "top" προέρχεται από την αγγλική γλώσσα του 13ου αιώνα, σημαίνοντας "κορυφή", ενώ η λέξη "form" προέρχεται από τη λατινική λέξη "forma", η οποία αναφέρεται σε μορφή ή κατάσταση.
Συνώνυμα: - Prime condition - Peak performance - Excellent shape
Αντώνυμα: - Poor condition - Below average - Out of shape