tough competitive life (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Μέρος του λόγου
Tough competitive life: Φράση (Expression)
Φωνητική μεταγραφή
/tʌf kəmˈpɛtɪtɪv laɪf/
Επιλογές μετάφρασης
Tough: σκληρός, δύσκολος
Competitive: ανταγωνιστικός
Life: ζωή
Σημασία της φράσης
Η φράση "tough competitive life" αναφέρεται σε μια ζωή η οποία είναι γεμάτη από προκλήσεις και ανταγωνισμό. Συχνά χρησιμοποιείται για να περιγράψει καταστάσεις, ιδίως στον τομέα της εργασίας ή των σπουδών, όπου οι άνθρωποι πρέπει να είναι ανθεκτικοί και να ανταγωνίζονται άλλους για πόρους, θέσεις ή επιτυχία.
Χρησιμοποίηση στη γλώσσα Αγγλικά: Η φράση μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε συζητήσεις σχετικά με επαγγελματικές στρατηγικές ή προσωπικές προκλήσεις.
Συχνότητα χρήσης: Χρησιμοποιείται γενικά περισσότερο σε γραπτό πλαίσιο παρά στην καθημερινή προφορική ομιλία.
Παραδειγματικές προτάσεις
In today's world, a tough competitive life is a reality for many young professionals.
Στον σημερινό κόσμο, μια σκληρή ανταγωνιστική ζωή είναι πραγματικότητα για πολλούς νέους επαγγελματίες.
She learned to thrive in a tough competitive life after years of hard work.
Έμαθε να ευημερεί σε μια σκληρή ανταγωνιστική ζωή μετά από χρόνια σκληρής δουλειάς.
Navigating a tough competitive life can be overwhelming at times.
Η πλοήγηση σε μια σκληρή ανταγωνιστική ζωή μπορεί να είναι συντριπτική κάποιες φορές.
Ιδιωματικές εκφράσεις
Η φράση "tough competitive life" μπορεί να συνδεθεί με διάφορους ιδιωματικούς τρόπους στην αγγλική γλώσσα:
"It's a dog-eat-dog world."
Είναι ένας κόσμος όπου όλοι ανταγωνίζονται σκληρά.
"Survival of the fittest."
Επιβιώνουν οι πιο ικανοί.
"Beating the competition."
Να νικάς τον ανταγωνισμό.
"Rising to the top."
Να φτάνεις στην κορυφή.
"Running with the wolves."
Να τρέχεις με τους λύκους (να ανταγωνίζεσαι με τους ισχυρούς).
"Staying ahead of the game."
Να παραμένεις μπροστά από τον ανταγωνισμό.
Ετυμολογία της φράσης
Tough: Εξελίχθηκε από την παλαιά αγγλική λέξη "toh," που σημαίνει σκληρός ή ανθεκτικός.
Competitive: Προέρχεται από το λατινικό "competere," που σημαίνει να θέτεις υποψηφιότητα ή να αγωνίζεσαι.
Life: Από την παλαιά αγγλική λέξη "līf," που αναφέρεται στην ύπαρξη ή την ζωή.