Ουσιαστικό
/taʊn ˈmiːtɪŋ/
Η φράση "town meeting" αναφέρεται σε μια συγκέντρωση των κάτοικων μιας πόλης ή μιας κοινότητας με σκοπό να συζητήσουν ζητήματα που τους αφορούν, να ληφθούν αποφάσεις ή να εκφραστούν απόψεις. Αυτές οι συναντήσεις συχνά διεξάγονται σε δημοτικά κτίρια και είναι κοινές στις Ηνωμένες Πολιτείες.
"We will discuss the new budget at the town meeting next week."
"Θα συζητήσουμε τον νέο προϋπολογισμό στη δημοτική συνέλευση την επόμενη εβδομάδα."
"The town meeting allowed residents to voice their concerns."
"Η δημοτική συνέλευση επέτρεψε στους κατοίκους να εκφράσουν τις ανησυχίες τους."
Η φράση "town meeting" σπάνια χρησιμοποιείται σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να συνδυαστεί σε συγκεκριμένα πλαίσια που αναφέρονται στη συμμετοχή και στη συμμετοχική λήψη αποφάσεων. Ακολουθούν 2-3 παραδείγματα:
"After a long debate, the town meeting reached a consensus."
"Μετά από μια μακρά συζήτηση, η δημοτική συνέλευση κατέληξε σε ομόφωνη απόφαση."
"The decisions made during the town meeting impact our entire community."
"Οι αποφάσεις που λαμβάνονται κατά τη διάρκεια της δημοτικής συνέλευσης επηρεάζουν ολόκληρη την κοινότητά μας."
Η λέξη "town" προέρχεται από την παλαιά αγγλική λέξη "tūn", που σημαίνει οικισμός ή κλεισμένη περιοχή. Η λέξη "meeting" προέρχεται από την παλαιά αγγλική "mēting", που σημαίνει συγκέντρωση ή συνάντηση. Συνολικά, η φράση δείχνει τη συγκέντρωση κατοίκων μιας οικιστικής περιοχής για σκοπούς συζήτησης.
Συνώνυμα: - Community meeting - Public assembly
Αντώνυμα: - Private meeting - Individual consultation