Ο όρος "transverse colon" είναι ουσιαστικό.
/ trænzˈvɜrs ˈkoʊlən /
Ο "transverse colon" είναι το μέρος του παχέος εντέρου που διασχίζει το σώμα από αριστερά προς τα δεξιά, συνδέει τον ανιούσα κόλον (ascending colon) με τον κατιόντα κόλον (descending colon). Είναι ανατομικά σημαντικός και συμμετέχει στη διαδικασία της πέψης και της απορρόφησης των θρεπτικών ουσιών. Στη γλώσσα αγγλικά, ο όρος χρησιμοποιείται κυρίως σε ιατρικά και ανατομικά συμφραζόμενα. Υπάρχει συχνή χρήση του στην ιατρική βιβλιογραφία, αλλά δεν είναι τόσο κοινός στον καθαρό προφορικό λόγο.
The transverse colon is responsible for moving waste across the abdomen.
(Ο εγκάρσιος κόλον είναι υπεύθυνος για τη μετακίνηση αποβλήτων διαμέσου της κοιλιάς.)
Doctors often examine the transverse colon during colonoscopies.
(Οι γιατροί συχνά εξετάζουν τον εγκάρσιο κόλον κατά τη διάρκεια κολονοσκοπήσεων.)
Ο όρος "transverse colon" δεν χρησιμοποιείται ευρέως σε ιδιωματικές εκφράσεις, ωστόσο υπάρχουν κάποιες αναφορές σε ιατρικές ή ανατομικές εκφράσεις:
"The transverse colon can be damaged in certain abdominal surgeries."
(Ο εγκάρσιος κόλον μπορεί να υποστεί ζημιά σε ορισμένες κοιλιακές χειρουργικές επεμβάσεις.)
"An obstruction in the transverse colon can lead to significant gastrointestinal issues."
(Μια απόφραξη στον εγκάρσιο κόλον μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρά γαστρεντερικά προβλήματα.)
Ο όρος "transverse" προέρχεται από το Λατινικό "transversus", που σημαίνει "διασχίζοντας" ή "κατευθυνόμενος προς το πλάι", και "colon" προέρχεται από το Ελληνικό "kolon", που σημαίνει "έντερο".
Συνώνυμα: - Crosswise section of the colon - Lateral colon
Αντώνυμα: - Ascending colon - Descending colon
Αυτές οι πληροφορίες παρέχουν μια ολοκληρωμένη κατανόηση του όρου "transverse colon" σε ιατρικά και ανατομικά πλαίσια.