Noun (Ουσιαστικό)
/traɪˈætəʊmɪk ɡæs/
Το triatomic gas αναφέρεται σε αέρια που αποτελούνται από τρία άτομα. Αυτά τα αέρια έχουν ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, όπως το να είναι πιο περίπλοκα από τα μονοατομικά ή δι-ατομα και να συμμετέχουν σε πιο σύνθετες χημικές αντιδράσεις. Μερικά παραδείγματα τριατομικών αερίων περιλαμβάνουν το CO₂ (διοξείδιο του άνθρακα) και το H₂O (νερό σε μορφή ατμού). Τα τριατομικά αέρια χρησιμοποιούνται ευρέως στη χημεία και τη φυσική.
Η χρήση του όρου είναι πιο συνηθισμένη σε επιστημονικά συμφραζόμενα, ειδικά στη χημεία και τη φυσική. Από άποψη επάρκειας, εμφανίζεται κυρίως στο γραπτό λόγο, καθώς οι περισσότερες συζητήσεις σχετικά με τα αέρια και τις χημικές ουσίες γίνονται σε εκπαιδευτικά ή ερευνητικά κείμενα.
"Ο διοξείδιο του άνθρακα είναι ένα κοινό τριατομικό αέριο που βρίσκεται στην ατμόσφαιρα."
"The properties of triatomic gases are crucial for understanding climate change."
"Οι ιδιότητες των τριατομικών αερίων είναι κρίσιμες για την κατανόηση της κλιματικής αλλαγής."
"Water vapor is a significant triatomic gas in the water cycle."
Ο όρος triatomic gas δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, καθώς είναι ένας επιστημονικός όρος. Ωστόσο, μπορεί να παρατηρήσει κανείς την εξής φράση σχετική με την επιστήμη:
"Τα τριατομικά αέρια παίζουν σημαντικό ρόλο στο φαινόμενο του θερμοκηπίου."
"Understanding triatomic gases can help us design better environmental policies."
Η λέξη triatomic προέρχεται από τις ελληνικές ρίζες "τρία" (τρία) και "άτομο" (atomos, που σημαίνει "μη διαιρούμενο"). Ο όρος "gas" προέρχεται από το ολλανδικό "gas", που σημαίνει "αέριο" ή "σταχτός".
Triatomic molecule (τριατομικό μόριο)
Αντώνυμα: