Ουσιαστικό
/ˌtraɪˈkʌspɪd rɪˌɡɜːrdʒɪˈteɪʃən/
Η "tricuspid regurgitation" αναφέρεται σε μια ιατρική κατάσταση όπου η τριγλώχινα βαλβίδα της καρδιάς δεν κλείνει σωστά, επιτρέποντας στο αίμα να ρέει πίσω στον δεξιό κόλπο από τον δεξιό κοιλία. Αυτή η κατάσταση μπορεί να προκαλέσει διάφορα συμπτώματα, όπως δυσκολία στην αναπνοή και πρήξιμο στα πόδια.
Χρήση στη γλώσσα: Χρησιμοποιείται συχνά σε ιατρικά κείμενα ή διαλόγους σχετικά με καρδιολογικές καταστάσεις, περισσότερο στο γραπτό πλαίσιο παρά στην καθημερινή ομιλία.
Ο ασθενής διαγνώστηκε με τριγλώχινα ανεπάρκεια μετά το ηχοκαρδιογράφημα.
Tricuspid regurgitation can lead to symptoms like fatigue and swelling in the legs.
Η τριγλώχινα ανεπάρκεια μπορεί να οδηγήσει σε συμπτώματα όπως κόπωση και πρήξιμο στα πόδια.
Doctors recommend monitoring tricuspid regurgitation for any signs of deterioration.
Η "tricuspid regurgitation" δεν είναι συχνά μέρος ιδιωματικών εκφράσεων, αλλά μπορούμε να ενσωματώσουμε τη λέξη σε σχετικές ιατρικές φράσεις:
Η διαχείριση της τριγλώχινας ανεπάρκειας απαιτεί μια διεξοδική κατανόηση της καρδιακής λειτουργίας.
Patients with tricuspid regurgitation often need regular follow-ups with their cardiologist.
Οι ασθενείς με τριγλώχινα ανεπάρκεια συνήθως χρειάζονται τακτικές παρακολουθήσεις με τον καρδιολόγο τους.
The impact of tricuspid regurgitation can vary significantly from patient to patient.
Η επίδραση της τριγλώχινας ανεπάρκειας μπορεί να διαφέρει σημαντικά από ασθενή σε ασθενή.
Assessment of tricuspid regurgitation is crucial in the management of heart failure.
Η λέξη "tricuspid" προέρχεται από το λατινικό "tri-" που σημαίνει "τρεις" και "cuspis" που σημαίνει "αιχμή" ή "γωνία”, αναφερόμενη στις τρεις κουκίδες της βαλβίδας. Η "regurgitation" προέρχεται από το λατινικό "regurgitare", που σημαίνει "να γυρίσει πίσω".
Συνώνυμα: - Tricuspid insufficiency - Tricuspid valve insufficiency
Αντώνυμα: - Tricuspid competence - Normal tricuspid function