Το "truncated product" είναι ουσιαστικό.
/trʌŋˈkeɪtɪd ˈprɒdʌkt/
Ο όρος "truncated product" αναφέρεται σε ένα προϊόν που έχει υποστεί περικοπή ή περιορισμό σε κάποιον τομέα, είτε αυτό είναι φυσικό, είτε αριθμητικό. Χρησιμοποιείται σε διάφορα συμφραζόμενα, όπως στα μαθηματικά (π.χ. στην αναπαράσταση αριθμών), τη μηχανική (για προϊόντα που έχουν εκδοθεί ή υποστεί τροποποιήσεις) και τη χρήση στη διαχείριση προϊόντων. Η χρήση της φράσης σε γραπτό πλαίσιο είναι πιο συνηθισμένη, αν και μπορεί να χρησιμοποιείται και σε προφορικό λόγο, ειδικά σε τεχνικά ή επιστημονικά πεδία.
Το περικομμένο προϊόν του πολυωνύμου ήταν πιο εύκολο να αναλυθεί.
In the experiments, we measured the truncated product of the reactions.
Στα πειράματα, μετρήσαμε το περικομμένο προϊόν των αντιδράσεων.
The truncated product only includes the most significant factors.
Ο όρος "truncated product" δεν συνδέεται άμεσα με πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στην αγγλική γλώσσα. Ωστόσο, μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε τεχνικά ή επιστημονικά συμφραζόμενα με σχετικές φράσεις:
"Χρειαζόμαστε ένα περικομμένο προϊόν για να ταιριάξει στον περιορισμένο χώρο."
"The team decided on a truncated product for improved efficiency."
"Η ομάδα αποφάσισε για ένα περικομμένο προϊόν για καλύτερη αποδοτικότητα."
"Truncated products often lead to greater clarity in data analysis."
Η λέξη "truncated" προέρχεται από το λατινικό "truncatus," που σημαίνει "κομμένος" ή "περικομμένος". Το "product" προέρχεται από το λατινικό "productum," που σημαίνει "πολλαπλασιασμένο" ή "παραγόμενο." Συνδυάζοντας αυτά τα δύο, το "truncated product" αναφέρεται σε ένα προϊόν που έχει κοπεί ή περιοριστεί.
Συνώνυμα: - περικοπή προϊόντος - περιορισμένο προϊόν
Αντώνυμα: - πλήρες προϊόν - αδιάσπαστο προϊόν
Αυτή η απάντηση καλύπτει διεξοδικά τη φράση "truncated product" και παρέχει τις σχετικές πληροφορίες που ζητήθηκαν.