truncated sample - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

truncated sample (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Truncated sample είναι φράση που αποτελείται από ένα επίθετο ("truncated") και ένα ουσιαστικό ("sample"). Συγκεκριμένα: - Truncated: Επίθετο - Sample: Ουσιαστικό

Φωνητική μεταγραφή

truncated sample: /ˈtrʌŋ.kə.tɪd ˈsæm.pəl/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και χρήση

Η φράση "truncated sample" χρησιμοποιείται για να περιγράψει ένα δείγμα που έχει υποστεί περικοπή ή που δεν είναι πλήρες. Χρησιμοποιείται συχνά σε τεχνικά ή επιστημονικά κείμενα, ιδιαίτερα σε στατιστικές, δεδομένα και αναλύσεις.

Η συχνότητα χρήσης είναι σχετικά μέτρια, με περισσότερη προτίμηση στον γραπτό λόγο, όπως σε επιστημονικές δημοσιεύσεις ή τεχνικές αναφορές.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. The researcher collected a truncated sample of the data for analysis.
  2. Ο ερευνητής συνέλλεξε ένα περικομμένο δείγμα των δεδομένων για ανάλυση.

  3. A truncated sample can often lead to inaccurate results.

  4. Ένα περικομμένο δείγμα μπορεί συχνά να οδηγήσει σε ανακριβή αποτελέσματα.

  5. When testing, we used a truncated sample to save time.

  6. Κατά τη διάρκεια των δοκιμών, χρησιμοποιήσαμε ένα περικομμένο δείγμα για να εξοικονομήσουμε χρόνο.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η φράση "truncated sample" δεν χρησιμοποιείται ιδιαίτερα σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορούμε να αναφέρουμε κάποιες σχετικές χρήσεις:

  1. "They cut the project down to a truncated sample size."
  2. "Έκοψαν το έργο σε ένα περικομμένο μέγεθος δείγματος."

  3. "We had to present a truncated sample of the findings due to time constraints."

  4. "Είχαμε να παρουσιάσουμε ένα περικομμένο δείγμα των ευρημάτων λόγω περιορισμών χρόνου."

  5. "In statistics, a truncated sample can bias your results."

  6. "Στη στατιστική, ένα περικομμένο δείγμα μπορεί να προκαλέσει προκατάληψη στα αποτελέσματά σας."

Ετυμολογία

Η λέξη "truncated" προέρχεται από το Λατινικό "truncatus", το οποίο σημαίνει "περικομμένος", και το "sample" προέρχεται από το Λατινικό "exemplum", που σημαίνει "παράδειγμα".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Cut sample (κομμένο δείγμα) - Reduced sample (μειωμένο δείγμα)

Αντώνυμα: - Complete sample (πλήρες δείγμα) - Full sample (ολόκληρο δείγμα)

Αυτή η ανάλυση του συνδυασμού λέξεων "truncated sample" επισημαίνει τη σημασία του στους τομείς της στατιστικής και της έρευνας, καθώς και την πηγή της λέξης και την ετυμολογία της.



25-07-2024