"tuberculous endometritis" είναι μια φράση που περιγράφει μια ιατρική κατάσταση. Στη γλώσσα των ιατρικών επιστημών, αναφέρεται σε μια φλεγμονή του ενδομητρίου που προκαλείται από τη φυματίωση.
/tjuːˈbɜrkjʊləs ˌɛndəʊməˈtraɪtɪs/
Η "tuberculous endometritis" αναφέρεται σε μια σπάνια, αλλά σοβαρή, λοίμωξη που επηρεάζει το ενδομήτριο, την εσωτερική επένδυση της μήτρας, λόγω της φυματίωσης. Συνήθως, αυτή η κατάσταση μπορεί να προκύψει ως αποτέλεσμα μιας γενικευμένης φυματίωσης, που δεν περιορίζεται μόνο στους πνεύμονες.
Η χρήση της φράσης "tuberculous endometritis" είναι κυρίως ιατρική και εμφανίζεται συχνά σε γραπτά κείμενα, καθώς πρόκειται για μια ιατρική διάγνωση. Είναι λιγότερο συχνά στο προφορικό λόγο εκτός ιατρικών περιβαλλόντων.
"Η ασθενής διαγνώστηκε με φυματιώδη ενδομητρίτιδα αφού παρουσίασε έντονους πόνους στη λεκάνη."
"Tuberculous endometritis can lead to complications such as infertility if not treated promptly."
"Η φυματιώδης ενδομητρίτιδα μπορεί να οδηγήσει σε επιπλοκές όπως υπογονιμότητα αν δεν θεραπευθεί άμεσα."
"Diagnosis of tuberculous endometritis requires a combination of clinical evaluation and laboratory tests."
Η "tuberculous endometritis" δεν εμφανίζεται συνήθως σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορούμε να αναλογιστούμε κάποιες σχετικές εκφράσεις που μπορεί να χρησιμοποιηθούν στην ιατρική ορολογία:
"Παραπέμφθηκε σε ειδικό για τη φυματιώδη ενδομητρίτιδά της."
"Managing tuberculous endometritis requires a multidisciplinary approach."
"Η διαχείριση της φυματιώδους ενδομητρίτιδας απαιτεί πολυδιάστατη προσέγγιση."
"The treatment plan for tuberculous endometritis was discussed with the patient."
Η λέξη "tuberculous" προέρχεται από την λατινική λέξη "tuberculum," που σημαίνει "μικρός όγκος" ή "οζίδιο," και χρησιμοποίηθηκε για να περιγράψει τη μολυσματική διαδικασία της φυματίωσης. Η λέξη "endometritis" προέρχεται από τις ελληνικές λέξεις "endo-" (μέσα) και "metra" (μήτρα), και το "-itis" που δηλώνει φλεγμονή.
Mycobacterial endometritis
Αντώνυμα: Δε νοείται άμεσο αντίκτυπο για την ιατρική κατάσταση "tuberculous endometritis," αλλά σε ένα ευρύτερο πλαίσιο θα μπορούσε να αναφέρεται σε "normal endometrium" (κανονικό ενδομήτριο).