twaddly - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

twaddly (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Επίθετο

Φωνητική Μεταγραφή

/ˈtwɒdli/

Επιλογές Μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και Χρήση

Η λέξη "twaddly" χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι το οποίο είναι ανόητο ή κούφιο, συνήθως σε αναφορές για λόγια ή ιδέες που δεν έχουν ουσία. Η χρήση της είναι πιο συχνή σε γραπτό κείμενο παρά στον προφορικό λόγο, αν και μπορεί να χρησιμοποιηθεί και σε καθημερινές συζητήσεις.

Παραδειγματικές Προτάσεις

  1. The politician's twaddly speech failed to impress the audience.
  2. Ο ανόητος λόγος του πολιτικού απέτυχε να εντυπωσιάσει το κοινό.

  3. She found his twaddly remarks rather annoying.

  4. Βρήκε τις χαζές παρατηρήσεις του αρκετά εκνευριστικές.

  5. The article was filled with twaddly rhetoric that offered no real solutions.

  6. Το άρθρο ήταν γεμάτο με κούφιες ρητορικές που δεν προσέφεραν πραγματικές λύσεις.

Ιδιωματικές Εκφράσεις

Η λέξη "twaddly" δεν είναι ιδιαίτερα συχνά χρησιμοποιούμενη σε ιδιωματικές εκφράσεις, όμως μπορεί να ενσωματωθεί σε κάποιες φράσεις για να περιγράψει ανόητες καταστάσεις ή σχόλια.

  1. "Don't give me twaddly excuses."
  2. Μην μου δίνεις χαζές δικαιολογίες.

  3. "His twaddly comments went unnoticed."

  4. Τα ανόητα σχόλιά του πέρασαν απαρατήρητα.

  5. "That movie was so twaddly; I wouldn't recommend it."

  6. Αυτή η ταινία ήταν τόσο κούφια; Δεν θα την πρότεινα.

Ετυμολογία

Η λέξη "twaddly" προέρχεται από το "twaddle" που ισχύει στα τέλη του 18ου αιώνα και αναφέρεται σε ανόητο ή κούφιο λόγο ή σκέψη. Το "twaddle" πιθανώς προήλθε από τη λέξη "twad," που σημαίνει "καταστροφή" ή "ζημιά".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - silly - foolish - insipid

Αντώνυμα: - serious - sensible - profound



25-07-2024