Twist-back: Ρήμα (verb)
/twɪst bæk/
Το "twist-back" αναφέρεται συνήθως σε μια κίνηση ή ενέργεια στην οποία κάτι στρέφεται ή επανέρχεται στην αρχική του θέση ή κατεύθυνση. Χρησιμοποιείται συχνά σε περιγραφή κινήσεων σε αθλήματα, χορό ή φυσική αγωγή. Η συχνότητα χρήσης του είναι μέτρια, και οι παραδείγματά του μπορούν να βρεθούν σε γραπτό και προφορικό λόγο, αν και μπορεί να είναι πιο συχνό σε ειδικά συμφραζόμενα όπως ο αθλητισμός.
Έπρεπε να στρίψω το χέρι μου πίσω για να φτάσω το ψηλό ράφι.
The gymnast executed a perfect twist-back during her routine.
Το "twist-back" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις. Ωστόσο, μπορεί να συνδεθεί με ορισμένες εκφράσεις που βασίζονται σε κινήσεις ή αλλαγές κατεύθυνσης.
Παράδειγμα: Sometimes I wish I could twist back the clock and relive my childhood.
"Twist back to reality"
Η λέξη "twist" προέρχεται από τη μέση Αγγλική "twisten" που σημαίνει στρίβω, ενώ το "back" προέρχεται από την αγγλοσαξονική λέξη "bæc", που σημαίνει πίσω. Μαζί σχηματίζουν την έννοια της κίνησης προς τα πίσω.
Συνώνυμα: - Turn back - Spin back
Αντώνυμα: - Straighten out - Unwind
Αυτές οι πληροφορίες θα σας βοηθήσουν να κατανοήσετε την έννοια και τη χρήση του "twist-back" στην αγγλική γλώσσα.