Φράση (Phrasal)
/tuː biːt liːpt ɡeɪt/
Η φράση "two-beat leaped gait" αναφέρεται σε έναν τύπο βάδισμα ή κίνησης που χαρακτηρίζεται από δύο χτύπους για κάθε πηδηματική κίνηση. Αυτός ο όρος μπορεί χρησιμοποιηθεί σε ειδικά συμφραζόμενα όπως η αναφορά σε ζώα, κυρίως άλογα ή άλλα τετράποδα, που κινούνται με συγκεκριμένο ρυθμό στις πηδηματικές τους κινήσεις. Χρησιμοποιείται πιο συχνά σε γραπτό κείμενο, όπως επιστημονικές αναφορές ή εγχειρίδια για ζώα, παρά στην καθημερινή ομιλία.
Το άλογο κινήθηκε ομαλά με ένα δύο-χτύπημα πηδώντας βάδισμα διασχίζοντας το ανοιχτό λιβάδι.
Observing the two-beat leaped gait of the dog gave insight into its level of energy.
Η παρακολούθηση του δύο-χτύπημα πηδώντας βάδισμα του σκύλου παρείχε πληροφορίες για το επίπεδο ενέργειάς του.
Trainers often recommend exercises to improve a horse’s two-beat leaped gait during competitions.
Η φράση "two-beat leaped gait" δεν είναι ευρέως γνωστή ως μέρος ιδιωματικών εκφράσεων, ωστόσο μπορούμε να εξετάσουμε κάποιες σχετικές εκφράσεις που χρησιμοποιούν τον όρο "gait".
"Έχει μία μοναδική βάδισμα που τον ξεχωρίζει σε ένα πλήθος."
"The trainer will analyze the horse's gait for any irregularities."
"Ο προπονητής θα αναλύσει το βάδισμα του αλόγου για τυχόν ανωμαλίες."
"She walked with a graceful gait, capturing everyone's attention."
Η φράση αποτελεί σύνθεση τριών λέξεων: - "two" (δύο), από την αγγλική λέξη με την ίδια έννοια. - "beat" (χτύπημα), που προέρχεται από την Παλαιά Αγγλική μορφή "beaetan" και σημαίνει "hit" ή "strike". - "gait" (βάδισμα), που έχει τις ρίζες του στην Παλαιά Αγγλική λέξη "gæit" και δηλώνει τον τρόπο με τον οποίο κινείται ένα ζώο ή άνθρωπος.
Συνώνυμα: - The rhythmic stride (ο ρυθμικός βηματισμός) - Leaping motion (πηδηματική κίνηση)
Αντώνυμα: - Stagnant posture (στατική στάση) - Steady walk (σταθερό βάδισμα)
Αυτή η ανάλυση προσφέρει μια εκτενή εικόνα της φράσης "two-beat leaped gait", τη σημασία της και πώς χρησιμοποιείται στη γλώσσα.