Η φράση "two-gilled cephalopods" συνίσταται σε ένα επιθετικό προσδιορισμό (two-gilled) και ένα ουσιαστικό (cephalopods).
/ˈtuː ˈɡɪld ˈsɛfəˌlɒpədz/
Η φράση "two-gilled cephalopods" αναφέρεται σε μια κατηγορία κεφαλόποδων που διαθέτουν δύο γλωσσοειδείς δομές, οι οποίες είναι βασικές για τη ζωή τους, ειδικά για την αναπνοή και την κίνηση στη θάλασσα. Αυτή η φράση χρησιμοποιείται κυρίως στα γραπτά κείμενα της βιολογίας και της θαλάσσιας ζωής.
Η συχνότητα χρήσης αυτής της φράσης είναι περιορισμένη, και εμφανίζεται κυρίως σε ακαδημαϊκά και επιστημονικά κείμενα, σε αντίθεση με την καθημερινή ομιλία.
"Τα δίγλωσσα κεφαλόποδα μπορούν να βρεθούν σε διάφορα θαλάσσια περιβάλλοντα."
"Scientists study two-gilled cephalopods to better understand their anatomy."
Η φράση "two-gilled cephalopods" δεν φαίνεται να χρησιμοποιείται σε ιδιωματικές εκφράσεις στην αγγλική γλώσσα. Ωστόσο, η κατηγορία των κεφαλόποδων συχνά αναφέρεται σε διάφορους επιστημονικούς και περιβαλλοντικούς πλαίσια. Ακολουθούν μερικές παραδείγματα που μπορεί να σχετίζονται με τα κεφαλόποδα γενικότερα:
"Η νοημοσύνη των κεφαλόποδων συγκρίνεται με αυτήν ορισμένων θηλαστικών."
"Cephalopods have unique adaptations that allow them to camouflage effectively."
"Τα κεφαλόποδα έχουν μοναδικές προσαρμογές που τους επιτρέπουν να καμουφλάρονται αποτελεσματικά."
"The lifecycle of cephalopods is fascinating and complex."
Η λέξη "cephalopod" έχει ελληνική προέλευση, προερχόμενη από τις λέξεις "κεφαλή" (cephalus) και "πόδι" (pod). Ο όρος αναφέρεται στο ανατομικό χαρακτηριστικό των κεφαλόποδων, που είναι τα πόδια τους που συνδέονται με την κεφαλή.
Συνώνυμα: - Κεφαλόποδα (cephalopods)
Αντώνυμα: - Ορισμένα παράσιτα που δεν διαθέτουν γλώσσες για κολύμπι στα θαλάσσια ύδατα (όπως σαλιγκάρια κ.ά.), αν και δεν έχει άμεσες αναλογίες λόγω της ποικιλίας των ειδών.