"Ubiquity" είναι ουσιαστικό.
/juːˈbɪk.wɪ.ti/
Η λέξη "ubiquity" αναφέρεται στην κατάσταση ή την ποιότητα του να είναι κάτι πανταχού παρόν, δηλαδή να είναι παρόν σχεδόν παντού ή σε πολλές καταστάσεις ταυτόχρονα. Χρησιμοποιείται συχνά σε συζητήσεις σχετικά με την τεχνολογία, την κοινωνία και την οικονομία. Είναι πιο συνηθισμένη σε γραπτό λόγο παρά σε προφορικό, αν και μπορεί να χρησιμοποιηθεί και σε καθημερινές συνομιλίες.
Η πανταχού παρουσία των smartphones έχει αλλάξει τον τρόπο που επικοινωνούμε.
In today's digital age, the ubiquity of information is both a blessing and a curse.
Στη σημερινή ψηφιακή εποχή, η πανταχού παρουσία της πληροφορίας είναι τόσο ευλογία όσο και κατάρα.
The ubiquity of fast food restaurants is a common sight in urban areas.
Η λέξη "ubiquity" χρησιμοποιείται σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις που έχουν να κάνουν με την παρουσία ή την επιρροή:
Η πανταχού παρουσία των κοινωνικών μέσων έχει αναμορφώσει τις αλληλεπιδράσεις μας.
"With the ubiquity of internet access, knowledge is more available than ever."
Με την πανταχού παρουσία της πρόσβασης στο διαδίκτυο, η γνώση είναι πιο προσβάσιμη από ποτέ.
"The ubiquity of brand logos in our lives influences our purchasing decisions."
Η πανταχού παρουσία των λογότυπων επωνυμιών στη ζωή μας επηρεάζει τις αγοραστικές μας αποφάσεις.
"In many cities, the ubiquity of bicycles has led to healthier communities."
Σε πολλές πόλεις, η πανταχού παρουσία των ποδηλάτων έχει οδηγήσει σε υγιέστερες κοινότητες.
"The ubiquity of streaming services has transformed the entertainment industry."
Η λέξη "ubiquity" προέρχεται από το λατινικό "ubiquitas", που σημαίνει "παντού" ή "σε όλες τις θέσεις". Έχει τις ρίζες της στη λατινική λέξη "ubique", που σημαίνει "κάθε τόπος".
Συνώνυμα: - omnipresence - prevalence - universality
Αντώνυμα: - rarity - absence - uniqueness