Umbilical blood είναι ένα όρος που αναφέρεται σε ουσία και όχι σε ενιαία λέξη, οπότε δεν έχει τυπικό μέρος του λόγου. Όμως, μπορούμε να αναλύσουμε τα συστατικά του: - Umbilical: Επίθετο - Blood: Ουσιαστικό
/ʌmˈbɪlɪkəl blʌd/
Umbilical blood αναφέρεται στο αίμα που βρίσκεται μέσα στη ομφάλιoκή κλωστή κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Αυτό το αίμα είναι πλούσιο σε βλαστοκύτταρα και χρησιμοποιείται όλο και περισσότερο στη ιατρική για θεραπείες διαφόρων ασθενειών. Συνήθως συλλέγεται μετά τη γέννηση του μωρού και μπορεί να αποθηκευτεί για μελλοντική χρήση.
Χρήση στη γλώσσα Αγγλική: Ο όρος χρησιμοποιείται κυρίως σε ιατρικά και βιολογικά πλαίσια. Παρά τη σημαντική ως ιατρική έννοια, είναι λιγότερο γνωστός εκτός των επαγγελματιών του τομέα.
The umbilical blood can be collected at birth for later use.
Το ομφάλιο αίμα μπορεί να συλλεχθεί κατά τη γέννηση για μελλοντική χρήση.
Doctors recommend storing umbilical blood as it contains valuable stem cells.
Οι γιατροί προτείνουν την αποθήκευση του ομφάλιου αίματος καθώς περιέχει πολύτιμα βλαστοκύτταρα.
Research is being conducted on the potential benefits of umbilical blood in treating diseases.
Γίνονται έρευνες για τα πιθανά οφέλη του ομφάλιου αίματος στη θεραπεία ασθενειών.
Ο όρος "umbilical blood" δεν χρησιμοποιείται συνήθως σε ιδιωματικές εκφράσεις στην Αγγλική γλώσσα, αλλά μπορώ να παραθέσω σχετικές εκφράσεις που αναφέρονται στη διαδικασία που περιλαμβάνει τη συλλογή και την αποθήκευση του.
"Cut the umbilical cord" - Refers to the moment of birth when the physical connection to the mother is severed.
Μετάφραση: «Κόβω τον ομφάλιο λώρο» - Αναφέρεται στη στιγμή της γέννησης όταν διακόπτεται η φυσική σύνδεση με τη μητέρα.
"Umbilical connection" - Figuratively refers to a deep, nurturing bond.
Μετάφραση: «Ομφάλια σύνδεση» - Μεταφορικά αναφέρεται σε έναν βαθύ, τρυφερό δεσμό.
Ο όρος umbilical προέρχεται από τη λατινική λέξη umbilicus, που σημαίνει «ομφάλιος λώρος», και το blood είναι από την Αγγλική γλώσσα, που έχει Γερμανικές ρίζες και σημαίνει "αίμα".
Συνώνυμα: - Cord blood (αίμα του ομφάλιου λώρου)
Αντώνυμα: Ο όρος δεν έχει άμεσα αντώνυμα, καθώς αναφέρεται σε συγκεκριμένη βιολογική κατάσταση. Ωστόσο, σε ένα πιο γενικό πλαίσιο μπορεί να συγκριθεί με το αίμα που δεν είναι ομφάλιο.