Το "unbated" είναι επίθετο.
Η φωνητική μεταγραφή του "unbated" στα διεθνής φωνητικό αλφάβητο (IPA) είναι /ʌnˈbeɪtɪd/.
Η λέξη "unbated" αναφέρεται σε κάτι που δεν έχει μειωθεί ή πως δεν έχει χάσει τη δύναμη ή την ένταση του. Συνήθως χρησιμοποιείται για να περιγράψει ένα θυμωμένο ή έντονα συναισθηματικό διάβημα ή ενέργεια. Στη γλώσσα των Αγγλικών, η χρήση της δεν είναι πολύ κοινή και συναντάται κυρίως σε γραπτές μορφές, όπως λογοτεχνικά έργα ή δοκίμια.
"Η οργή του ήταν χωρίς μείωση κατά τη διάρκεια της ολόκληρης συζήτησης."
"The storm’s fury came unbated, causing extensive damage."
Η λέξη "unbated" δεν είναι ευρέως χρησιμοποιούμενη σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να παραλληλιστεί σε συνδυασμούς όπως "unbated passion" ή "unbated anger", οι οποίες περιγράφουν καταστάσεις έντονης συναισθηματικής φόρτισης.
"Η χωρίς μείωση πάθος της για τη μουσική την οδήγησε στη σκηνή."
"He faced life’s challenges with unbated resolve."
Η λέξη "unbated" προέρχεται από το πρόθεμα "un-", που σημαίνει "όχι" ή "χωρίς", και την λέξη "bated", που είναι η παρελθοντική μορφή του ρήματος "bate", που σημαίνει να μειώνεται ή να υποχωρεί. Άρα, "unbated" κυριολεκτικά σημαίνει "χωρίς μείωση".