unbecoming conduct - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

unbecoming conduct (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του Λόγου

unbecoming conduct - φράση (noun phrase)

Φωνητική Μεταγραφή

[ʌn.bɪˈkʌm.ɪŋ ˈkɒn.dʌkt]

Επιλογές Μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της Λέξης

Η φράση "unbecoming conduct" αναφέρεται σε συμπεριφορές που θεωρούνται απαράδεκτες ή ακατάλληλες, ειδικά σε κοινωνικό ή επαγγελματικό πλαίσιο. Χρησιμοποιείται συχνά για να υποδείξει πράξεις που δεν συνάδουν με τα αναμενόμενα πρότυπα συμπεριφοράς ενός ατόμου.

Χρήση στη Γλώσσα Αγγλικά

Η φράση χρησιμοποιείται συχνά σε επίσημες ή νομικές ρυθμίσεις, και η χρήση της μπορεί να είναι πιο συχνή στο γραπτό κείμενο παρά στον προφορικό λόγο.

Παραδειγματικές Προτάσεις

  1. The officer was relieved of his duties due to unbecoming conduct.
  2. Ο αξιωματικός απολύθηκε από τα καθήκοντά του λόγω απαράδεκτης συμπεριφοράς.

  3. The school has a strict policy against unbecoming conduct among students.

  4. Το σχολείο έχει αυστηρή πολιτική κατά της ακατάλληλης συμπεριφοράς μεταξύ των μαθητών.

Ιδιωματικές Εκφράσεις

Η φράση "unbecoming conduct" χρησιμοποιείται λιγότερο συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, ωστόσο υπάρχει χώρος για περιγραφές και παραδείγματα.

  1. Engaging in unbecoming conduct can damage one's reputation in the workplace.
  2. Η συμμετοχή σε απαράδεκτη συμπεριφορά μπορεί να βλάψει τη φήμη κάποιου στον χώρο εργασίας.

  3. Unbecoming conduct is often punished severely in military environments.

  4. Η απαράδεκτη συμπεριφορά συχνά τιμωρείται αυστηρά σε στρατιωτικά περιβάλλοντα.

  5. The company's code of ethics prohibits any unbecoming conduct.

  6. Ο κανονισμός ηθικής της εταιρείας απαγορεύει οποιαδήποτε ακατάλληλη συμπεριφορά.

Ετυμολογία

Η λέξη "unbecoming" προέρχεται από το πρόθεμα "un-" που σημαίνει "όχι" ή "χωρίς" και το ρήμα "become", που σημαίνει "γίνομαι", "να είναι κατάλληλο". Ενώ η λέξη "conduct" προέρχεται από τη λατινική λέξη "conductus", που σημαίνει "να οδηγήσει" ή "να φέρει".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - inappropriate behavior - indecorous conduct - unfit behavior

Αντώνυμα: - appropriate conduct - proper behavior - fitting demeanor



25-07-2024