"Unblown" είναι επίθετο.
/ˌʌnˈbloʊn/
Η λέξη "unblown" αναφέρεται σε κάτι που δεν έχει εκραγεί, επεκταθεί ή έχει αλλάξει κατάσταση. Στη γλώσσα τα Αγγλικά, η λέξη χρησιμοποιείται σπάνια και είναι περισσότερο κοινή σε περιγραφές που σχετίζονται με τη φυσική κατάσταση, όπως σε καταστάσεις φυτών ή ανθών, αλλά και σε εκφράσεις σχετικές με αέρα ή ανάπτυξη.
Η λέξη "unblown" δεν είναι ιδιαίτερα συχνή στην καθημερινή ομιλία και χρήση της γλώσσας, και συναντάται κυρίως σε γραπτές μορφές.
The unblown flowers in the garden are waiting for spring to bloom.
(Τα μη διογκωμένα λουλούδια στον κήπο περιμένουν την άνοιξη για να ανθίσουν.)
The unblown balloon sat quietly on the table.
(Το μη φουσκωμένο μπαλόνι καθόταν ήσυχα στο τραπέζι.)
Η λέξη "unblown" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, ωστόσο μπορεί να συνδυαστεί με λέξεις που σχετίζονται με την ανάπτυξη ή την κατάσταση. Ακολουθούν ορισμένες προτάσεις και ιδιωματικές χρήσεις.
In the garden of unblown dreams, imagination flourishes.
(Στον κήπο των μη διογκωμένων ονείρων, η φαντασία ευδοκιμεί.)
The unblown sails of the ship signaled stillness in the harbor.
(Τα μη φουσκωμένα πανιά του πλοίου σήμαναν ησυχία στο λιμάνι.)
Faced with unblown challenges, we must gather our strength.
(Αντιμετωπίζοντας μη φουσκωμένες προκλήσεις, πρέπει να συγκεντρώσουμε τη δύναμή μας.)
Η λέξη "unblown" προέρχεται από το πρόθεμα "un-", που σημαίνει "μη" ή "όχι", και το συμμετοχής "blown" του ρήματος "blow", που σημαίνει "φουσκώνω" ή "εκρήγνυμαι".
unfurled
Αντώνυμα: