Ο όρος "unbonded coatings" είναι μια φράση που λειτουργεί ως ουσιαστικό.
Η φωνητική μεταγραφή της φράσης "unbonded coatings" με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου (IPA) είναι: /ʌnˈbɒndɪd ˈkoʊtɪŋz/
Ο όρος "unbonded coatings" αναφέρεται σε επικαλυπτικά υλικά που δεν είναι συνδεδεμένα ή δεν προσκολλώνται με τον υποκείμενο επιφάνειας. Αυτού του είδους οι επικαλύψεις συχνά χρησιμοποιούνται σε βιομηχανικές εφαρμογές και σε χώρους όπου απαιτείται αναγνώριση λεπτομερειών ή αλλαγών, χωρίς την ανάγκη σχηματισμού μόνιμου δεσμού με την επιφάνεια υποκείμενης.
Η φράση "unbonded coatings" χρησιμοποιείται κυρίως σε τεχνικά και βιομηχανικά συμφραζόμενα. Η χρήση της είναι πιο συχνή στο γραπτό πλαίσιο, καθώς αφορά ειδικές επιστημονικές ή τεχνικές περιγραφές.
Τα αδιάσπαστα επικαλυπτικά προτιμούνται σε ορισμένες εφαρμογές για την εύκολη αφαίρεσή τους.
The manufacturer developed unbonded coatings to improve the surface finish of the product.
Ο κατασκευαστής ανέπτυξε αδιάσπαστα επικαλυπτικά για να βελτιώσει την επιφάνεια του προϊόντος.
In the construction industry, unbonded coatings provide flexibility in repair work.
Η φράση "unbonded coatings" δεν εμφανίζεται συχνά σε συνδυασμούς ιδιωματικών εκφράσεων στην αγγλική γλώσσα, αλλά ορισμένα παραδείγματα που σχετίζονται με χρησιμοποιήσεις της φράσης μπορεί να περιλαμβάνουν:
Η εφαρμογή αδιάσπαστων επικαλυπτικών σε ένα πολυεπίπεδο σύστημα μπορεί να ενισχύσει την αντοχή.
Unbonded coatings are commonly used in the aerospace industry for weight savings.
Τα αδιάσπαστα επικαλυπτικά χρησιμοποιούνται συνήθως στη βιομηχανία αεροδιαστήματος για εξοικονόμηση βάρους.
The research highlighted the benefits of using unbonded coatings in marine environments.
Ο όρος "unbonded" προέρχεται από το πρόθεμα "un-" που σημαίνει "χωρίς" ή "μη" και την ρίζα "bond" που σημαίνει "δέσμευση" ή "σύνδεση." Η λέξη "coatings" προέρχεται από το ρήμα "coat" που σημαίνει "επικαλύπτω" και το -ing προσδιορίζει τη διαδικασία ή την κατάσταση.