Unconditionally summable είναι ένα επίθετο φράση.
/ˌʌn.kənˈdɪʃ.ən.əl.i ˈsʌm.ə.bəl/
Το "unconditionally summable" αναφέρεται σε μια κατάσταση ή σε έναν τύπο αθροίσματος που δεν απαιτεί κάποια προϋπόθεση ή περιορισμό για να είναι το αποτέλεσμα έγκυρο. Αυτή η φράση είναι συχνά χρησιμοποιούμενη στα μαθηματικά, ειδικά σε περιπτώσεις που αφορούν σειρές και ολοκλήρωσεις στις οποίες τα αποτελέσματα παραμένουν σταθερά υπό κάθε κατάσταση.
Η φράση χρησιμοποιείται κυρίως σε γραπτό πλαίσιο, όπως σε ακαδημαϊκά κείμενα, ερευνητικά άρθρα και βιβλία μαθηματικών.
Η σειρά είναι ανιδιοτελώς αθροίσιμη, γεγονός που σημαίνει ότι το άθροισμά της είναι το ίδιο ανεξάρτητα από τη σειρά των όρων.
In functional analysis, unconditionally summable sequences are particularly important for certain properties of spaces.
Η φράση "unconditionally summable" χρησιμοποιείται λιγότερο συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά σε μαθηματικά κείμενα μπορούμε να βρούμε τη χρήση της σε πιο τεχνικά συμφραζόμενα. Ορισμένα σχετικά παραδείγματα περιλαμβάνουν:
Μια ακολουθία που συγκλίνει ανιδιοτελώς μπορεί να χειριστεί ελεύθερα χωρίς να αλλάξει το όριό της.
Understanding unconditionally summable functions can lead to deeper insights in analysis.
Η κατανόηση των ανιδιοτελώς αθροίσιμων συναρτήσεων μπορεί να οδηγήσει σε βαθύτερες γνώσεις στην ανάλυση.
The property of being unconditionally summable guarantees that the rearrangement of terms will not affect the total sum.
Η λέξη "unconditionally" προέρχεται από το πρόθεμα "un-" που σημαίνει "όχι" ή "χωρίς", και τη λέξη "conditions" (προϋποθέσεις), ενώ η λέξη "summable" προέρχεται από το ρήμα "sum", που σημαίνει "άθροισμα", συν το επίθημα "-able", που υποδεικνύει ικανότητα.
Συνώνυμα - Always summable - Absolutely summable
Αντώνυμα - Conditionally summable - Not summable
Αυτή η ανάλυση εξηγεί τη φράση "unconditionally summable" και τις διάφορες πτυχές της στην αγγλική γλώσσα, ενσωματώνοντας τόσο θεωρητικές όσο και πρακτικές χρήσεις.