Ρήμα (verb)
/ˌʌn.dəˈmaɪn/
Το "undermine" σημαίνει να υπονομεύεις ή να προκαλείς ζημιά σε κάτι ή κάποιον, συχνά με έμμεσο ή κρυφό τρόπο. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να αναφερθεί σε φυσικές δομές, σχέσεις, ή ακόμα και στην εικόνα ή την αξιοπιστία κάποιου. Στον Αγγλικό λόγο, είναι συνηθισμένο σε γραπτά και προφορικά συμφραζόμενα.
Το "undermine" χρησιμοποιείται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, αλλά είναι πιο συχνό σε ακαδημαϊκά και επίσημα κείμενα.
Η συνεχής κριτική θα υπονομεύσει την αυτοπεποίθησή του.
Poor management can undermine a company's success.
Η κακή διοίκηση μπορεί να υπονομεύσει την επιτυχία μιας εταιρείας.
They planned to undermine the enemy's defenses.
Το "undermine" χρησιμοποιείται λιγότερο συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά υπάρχουν κάποιες που ενσωματώνουν αυτό το ρήμα:
Η συνεχής αμφισβήτησή του θα υπονομεύσει την εξουσία του δασκάλου.
Undermine public trust
Τα σκάνδαλα μπορούν να υπονομεύσουν την δημόσια εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση.
Undermine the competition
Η λέξη "undermine" προέρχεται από το προθετικό "under" και το ρήμα "mine", που σημαίνει να εκσκάπτεις ή να βλάπτεις κάτι κρυφά ή σταδιακά.
Συνώνυμα: - Subvert - Sabotage - Weaken
Αντώνυμα: - Strengthen - Enhance - Support