unfamiliar language - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

unfamiliar language (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η φράση "unfamiliar language" αποτελείται από δύο λέξεις: - "unfamiliar" (επιδότης) - "language" (ουσιαστικό).

Φωνητική μεταγραφή

/ʌnˈfɪmɪlər ˈlæŋɡwɪdʒ/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η φράση "unfamiliar language" αναφέρεται σε μια γλώσσα που δεν είναι γνωστή ή κατανοητή από κάποιον. Συνήθως χρησιμοποιείται για να περιγράψει γλώσσες που δεν μιλάει κάποιος, ή γλώσσες που δεν έχει εκ Exposure σε αυτές. Η χρήση της είναι συχνή τόσο στον προφορικό λόγο όσο και στο γραπτό πλαίσιο, ιδιαίτερα σε συζητήσεις που αφορούν τη γλωσσολογία ή τη δυσκολία κατανόησης περιεχομένου σε άλλη γλώσσα.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. Learning an unfamiliar language can be quite challenging.
  2. Μάθηση μιας άγνωστης γλώσσας μπορεί να είναι αρκετά δύσκολη.

  3. She struggled to understand the unfamiliar language.

  4. Αγωνίστηκε να κατανοήσει την άγνωστη γλώσσα.

  5. There are many resources available for those who wish to learn an unfamiliar language.

  6. Υπάρχουν πολλοί πόροι διαθέσιμοι για αυτούς που επιθυμούν να μάθουν μια άγνωστη γλώσσα.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η φράση "unfamiliar language" δεν είναι συνήθως μέλος ιδιωματικών εκφράσεων, αλλά σχετικές εκφράσεις που χρησιμοποιούν τη λέξη "language" ή σχετικές έννοιες είναι οι εξής:

  1. It's all Greek to me.
  2. Είναι όλα ελληνικά για μένα.
  3. (Χρησιμοποιείται για να δηλώσει ότι κάτι είναι ακατανόητο, όπως μια άγνωστη γλώσσα).

  4. Lost in translation.

  5. Χαμένος στη μετάφραση.
  6. (Δηλώνει τη δυσκολία κατανόησης λόγων ή συναισθημάτων σε μια ξένη γλώσσα).

  7. Speak the same language.

  8. Μιλήστε την ίδια γλώσσα.
  9. (Ορολογία που σημαίνει αντίληψη ή κατανόηση κοινού ή ιδίων αξιών).

  10. Language barrier.

  11. Γλωσσικό εμπόδιο.
  12. (Αναφέρεται στις δυσκολίες που προκύπτουν στην επικοινωνία λόγω γλωσσικών διαφορών).

  13. Breaking down language barriers.

  14. Καταρρίπτοντας τα γλωσσικά εμπόδια.
  15. (Δηλώνει την προσπάθεια να βελτιωθεί η επικοινωνία μεταξύ ανθρώπων που μιλούν διαφορετικές γλώσσες).

Ετυμολογία

Η λέξη "unfamiliar" προέρχεται από το πρόθεμα "un-" που δηλώνει την αντίθεση και το λατινικό "familiāris" που σημαίνει "γνωστός". Η λέξη "language" προέρχεται από τη λατινική "lingua", που σημαίνει "γλώσσα".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα

Αντώνυμα



25-07-2024