Unisex: επίθετο
Jobs: ουσιαστικό
Unisex: /ˈjuː.nɪ.sɛks/
Jobs: /dʒɒbz/
Unisex jobs αναφέρεται σε θέσεις εργασίας που είναι ανοιχτές και προσβάσιμες σε όλους, ανεξάρτητα από το φύλο. Αντί να περιορίζονται σε συγκεκριμένα φύλα, αυτές οι δουλειές προάγουν την ισότητα και την προσβασιμότητα. Ο όρος χρησιμοποιείται συχνά στη σύγχρονη γλώσσα για να αναδείξει έναν τρόπο που οι κοινωνικές και επαγγελματικές δομές εξελίσσονται προς την κατεύθυνση της συμπερίληψης.
Η φράση "unisex jobs" είναι σχετικά κοινή, ιδίως σε συζητήσεις που σχετίζονται με την ισότητα των φύλων στον εργασιακό χώρο. Χρησιμοποιείται κυρίως σε γραπτό κείμενο, αν και μπορεί να εμφανιστεί και σε προφορικές συζητήσεις.
Unisex jobs are becoming more prevalent in today's workforce.
Οι αμφίφυλες δουλειές γίνονται όλο και πιο διαδεδομένες στη σημερινή αγορά εργασίας.
Many companies are creating unisex jobs to promote gender equality.
Πολλές εταιρείες δημιουργούν αμφίφυλες θέσεις εργασίας για να προωθήσουν την ισότητα των φύλων.
Unisex jobs can help break down traditional gender stereotypes.
Οι αμφίφυλες δουλειές μπορούν να βοηθήσουν στην αποδόμηση των παραδοσιακών στερεοτύπων φύλου.
Η φράση "unisex jobs" δεν έχει πολλές ιδιωματικές εκφράσεις που τη συνοδεύουν, ωστόσο μπορεί να συνδυαστεί με άλλα ιδεολογικά ή κοινωνικά θέματα.
The concept of unisex jobs challenges gender norms in the workplace.
Η έννοια των αμφίφυλων θέσεων εργασίας προκαλεί τα φύλα που ισχύουν στον χώρο εργασίας.
Adopting unisex jobs allows for a more diverse work environment.
Η υιοθέτηση αμφίφυλων θέσεων εργασίας επιτρέπει ένα πιο ποικιλόμορφο εργασιακό περιβάλλον.
Unisex jobs are essential for fostering inclusion and respect.
Οι αμφίφυλες δουλειές είναι απαραίτητες για την ενίσχυση της συμπερίληψης και του σεβασμού.
Η λέξη unisex προέρχεται από τη σύνθεση του "uni" που σημαίνει "ένα" και "sex" που σημαίνει "φύλο". Αυτό υποδηλώνει μια ενιαία προσέγγιση που δεν διαχωρίζει με βάση το φύλο. Ο όρος "jobs" έχει τις ρίζες του από την παλαιά αγγλική λέξη "gobbe" που σημαίνει "δουλειά" ή "καθήκον".
Συνώνυμα: - Gender-neutral jobs (ουδέτερες θέσεις εργασίας) - Inclusive jobs (συμπεριληπτικές δουλειές)
Αντώνυμα: - Gender-specific jobs (ειδικές θέσεις φύλου) - Traditional jobs (παραδοσιακές δουλειές)