unmanageable - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

unmanageable (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Α adjectival (Επίθετο)

Φωνητική μεταγραφή

/ʌnˈmænɪdʒəbl/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "unmanageable" χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι που δεν μπορεί να ελεγχθεί ή να διαχειριστεί εύκολα. Συχνά αναφέρεται σε καταστάσεις ή ανθρώπους που προκαλούν δυσκολίες στην οργάνωση ή στη διαχείριση. Χρησιμοποιείται με σχετική συχνότητα και εμφανίζεται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. The project became unmanageable due to the lack of resources. -Το έργο έγινε ανεξέλεγκτο λόγω έλλειψης πόρων.

  2. His behavior at the meeting was unmanageable and disruptive. -Η συμπεριφορά του στη συνάντηση ήταν δύσκολη στη διαχείριση και διαταρακτική.

  3. She found the large group of children unmanageable during the trip. -Διαπίστωσε ότι η μεγάλη ομάδα παιδιών ήταν αχαλίνωτη κατά τη διάρκεια του ταξιδιού.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "unmanageable" δεν εμφανίζεται συχνά μέσα σε γνωστές ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε παρόμοιες καταστάσεις:

  1. An unmanageable situation can lead to chaos.
  2. Μια ανεξέλεγκτη κατάσταση μπορεί να οδηγήσει σε χάος.

  3. When faced with unmanageable workloads, it’s important to ask for help.

  4. Όταν αντιμετωπίζετε ανεξέλεγκτους φόρτους εργασίας, είναι σημαντικό να ζητάτε βοήθεια.

  5. The unmanageable stress of the job was affecting her health.

  6. Ο ανεξέλεγκτος άγχος της δουλειάς επηρεάζε την υγεία της.

  7. They left the meeting feeling that the project had become unmanageable.

  8. Έφυγαν από τη συνάντηση νιώθοντας ότι το έργο είχε γίνει ανεξέλεγκτο.

  9. Children can sometimes become unmanageable when they are overly excited.

  10. Τα παιδιά μπορεί μερικές φορές να γίνουν δύσκολα στη διαχείριση όταν είναι υπερβολικά ενθουσιασμένα.

Ετυμολογία

Η λέξη "unmanageable" προέρχεται από το πρόθεμα "un-" που δηλώνει negation (αρνητικότητα) και την λέξη "manageable," η οποία προέρχεται από το ρήμα "manage" (διαχειρίζομαι) που έχει γαλλικές ρίζες (managier, που σημαίνει "να χειριστείς").

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - unruly (ανυπότακτος) - uncontrollable (μη ελεγχόμενος) - overwhelming (κατακλυσμιαίος)

Αντώνυμα: - manageable (διαχειρίσιμος) - controllable (ελεγχόμενος) - feasible (εφικτός)



25-07-2024