Unstriped muscle είναι ουσιαστικό στην αγγλική γλώσσα.
[ʌnˈstrɪpt ˈmʌsəl]
Ο όρος "unstriped muscle" αναφέρεται στους λείους μύες, οι οποίοι δεν έχουν διάκριση σε λωρίδες όπως οι εγκάρσιοι μύες. Αυτοί οι μύες βρίσκονται στα εσωτερικά όργανα και είναι υπεύθυνοι για τη σωστή τους λειτουργία, όπως η κίνηση του πεπτικού συστήματος και η ρύθμιση της ροής του αίματος. Είναι σημαντικοί αλλά λιγότερο συχνά αναφέρονται στη συζήτηση, καθώς οι περισσότεροι άνθρωποι είναι πιο εξοικειωμένοι με τους διχαλωτούς μύες (striped muscles).
Η χρήση του "unstriped muscle" είναι πιο συχνή σε ιατρικά ή ανατομικά κείμενα παρά σε προφορικές συζητήσεις.
Ο λείος μυς παίζει καθοριστικό ρόλο στη διαδικασία της πέψης.
Doctors often study the unstriped muscle for its functions in the body.
Οι γιατροί συχνά μελετούν τους λείους μύες για τις λειτουργίες τους στο σώμα.
Unstriped muscle contracts involuntarily, ensuring organ functionality.
Ο όρος "unstriped muscle" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις στην αγγλική γλώσσα. Ωστόσο, ο σχετικός όρος μπορεί να εμφανίζεται σε προτάσεις που σχετίζονται με τη λειτουργία μήκων ή ιατρικών καταστάσεων:
Ο λείος μυς είναι αυτός που επιτρέπει στα έντερα μας να μετακινούν τροφή.
Understanding the function of unstriped muscle can help in treating digestive disorders.
Η κατανόηση της λειτουργίας των λείων μυών μπορεί να βοηθήσει στη θεραπεία πεπτικών διαταραχών.
Unstriped muscle fibers can regenerate under certain conditions.
Ο όρος "unstriped" προέρχεται από την πρόσθεση του προθέματος "un-" (που σημαίνει "όχι") στην λέξη "striped" (γραμμένος σε λωρίδες) και "muscle" από την λατινική "musculus", που σημαίνει "μύς".
Συνώνυμα: - Smooth muscle (λείος μυς)
Αντώνυμα: - Striped muscle (γραμμωτός μυς) - Skeletal muscle (σκελετικός μυς)