Το "untimely" είναι επίθετο και "remark" είναι ουσιαστικό. Ο συνδυασμός "untimely remark" περιγράφει μια παρατήρηση ή σχόλιο που γίνεται σε ακατάλληλη στιγμή.
/ʌnˈtaɪmli rɪˈmɑrk/
Ο όρος "untimely remark" αναφέρεται σε ένα σχόλιο που λέγεται σε ακατάλληλη ή ατυχής στιγμή, συχνά προκαλώντας δυσφορία ή ανησυχία στους ακροατές. Χρησιμοποιείται συχνά για να υποδηλώσει ότι η παρατήρηση δεν είναι μόνο ακατάλληλη αλλά και κακώς χρονισμένη.
Συχνότητα χρήσης: Ο όρος χρησιμοποιείται πιο συχνά σε γραπτό λόγο, όπως σε άρθρα, δοκίμια ή ανάλυση επικοινωνίας μεταξύ ανθρώπων. Στον προφορικό λόγο, μπορεί να χρησιμοποιηθεί, αλλά λιγότερο συχνά.
"Η ακατάλληλη παρατήρηση του τον έκανε όλους να αισθάνονται άβολα κατά τη διάρκεια της σοβαρής συζήτησης."
"She realized that her untimely remark had disrupted the flow of the meeting."
Ο όρος "untimely remark" μπορεί να εμφανιστεί σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις, που συνήθως σχετίζονται με καταστάσεις που απαιτούν προσοχή στον χρόνο.
"Πάντα έχει μια ακατάλληλη παρατήρηση στις χειρότερες δυνατές στιγμές."
"An untimely remark can ruin the mood of a gathering."
"Μια ακατάλληλη παρατήρηση μπορεί να χαλάσει τη διάθεση μιας συνάντησης."
"It's important to avoid untimely remarks in delicate conversations."
"Είναι σημαντικό να αποφεύγεις τις ακατάλληλες παρατηρήσεις σε ευαίσθητες συζητήσεις."
"His untimely remarks often lead to misunderstandings."
Ο όρος "untimely" προέρχεται από την αγγλική λέξη "timely" που σημαίνει "εντός του σωστού χρόνου" προσαρμοσμένο με το πρόθεμα "un-" που υποδηλώνει αντίθεση. Η λέξη "remark" προέρχεται από τη λατινική "remarcare," που σημαίνει "να σημειώνεται εκ νέου" ή "να παρατηρείται."
Συνώνυμα: - Inappropriate comment - Misplaced observation - Ill-timed remark
Αντώνυμα: - Timely remark - Appropriate comment - Well-timed observation