untutored shrewdness - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

untutored shrewdness (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η φράση "untutored shrewdness" αποτελείται από δύο λέξεις: "untutored" (επίθετο) και "shrewdness" (ουσιαστικό).

Φωνητική μεταγραφή

Phonetic transcription (IPA): /ˌʌnˈtuːtərd ˈʃruːdnəs/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και Χρήση

Η φράση "untutored shrewdness" αναφέρεται σε μια οξύνοια ή επιτήδευση που υπάρχει χωρίς την επίσημη ή τυπική εκπαίδευση. Χρησιμοποιείται για να περιγράψει άτομα που διαθέτουν φυσική ευφυΐα ή διορατικότητα που δεν έχει καλλιεργηθεί μέσω δομημένης μάθησης ή καθοδήγησης.

Συχνότητα Χρήσης: Η φράση δεν είναι ιδιαίτερα συνήθης, αλλά χρησιμοποιείται κυρίως σε λογοτεχνικά κείμενα ή ακαδημαϊκά άρθρα. Τείνει να χρησιμοποιείται περισσότερο σε γραπτό πλαίσιο παρά σε προφορική ομιλία.

Παραδείγματα Προτάσεων

  1. His untutored shrewdness helped him navigate the complexities of the business world.
  2. Η ακαθοδήγητη οξύνοιά του τον βοήθησε να πλοηγηθεί στις πολυπλοκότητες του επιχειρηματικού κόσμου.

  3. Untutored shrewdness can often lead to surprising outcomes.

  4. Η ακαθοδήγητη οξύνοια μπορεί συχνά να οδηγήσει σε εκπληκτικά αποτελέσματα.

  5. She relied on her untutored shrewdness to make critical decisions.

  6. Στήριξε τις κρίσιμες αποφάσεις της στην ακαθοδήγητη οξύνοιά της.

Ιδιωματικές Εκφράσεις

Η φράση "untutored shrewdness" δεν είναι ευρέως χρησιμοποιούμενη σε ιδιωματικές εκφράσεις, ωστόσο μπορούμε να συναρτήσουμε το "shrewdness" με κάποιες ιδιωματικές χρήσεις της λέξης "shrewd".

  1. "Play it shrewd" - Χρησιμοποιώντας την οξύνοιά σου για να περάσεις καλά.
  2. English: You need to play it shrewd if you want to win the negotiation.
  3. Greek: Πρέπει να το παίξεις επιτήδευτα αν θέλεις να κερδίσεις την διαπραγμάτευση.

  4. "Shrewd as a fox" - Πολύ έξυπνος και τεχνίτης, συνήθως χρησιμοποιούμενος σε αρνητικό πλαίσιο.

  5. English: He’s shrewd as a fox when it comes to making deals.
  6. Greek: Είναι επιτήδειος σαν αλεπού όταν πρόκειται για συμφωνίες.

  7. "Shrewd business decisions" - Έξυπνες επαγγελματικές αποφάσεις.

  8. English: Her shrewd business decisions led to the company's success.
  9. Greek: Οι έξυπνες επαγγελματικές αποφάσεις της οδήγησαν στην επιτυχία της εταιρείας.

Ετυμολογία

Η λέξη "untutored" προέρχεται από το πρόθεμα "un-" (δεν) και τη λέξη "tutored" (καθοδηγούμενος). Από την άλλη, η "shrewdness" προέρχεται από την αρχαία αγγλική λέξη "screod," που σημαίνει "κάτι επιτήδειο ή έξυπνο".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα

Αντώνυμα



25-07-2024