Unwritten page: Ουσιαστικό (noun)
/ʌnˈrɪt.ən peɪdʒ/
Η φράση "unwritten page" αναφέρεται σε μια σελίδα που δεν έχει γραφτεί ή δεν περιέχει καμία πληροφορία. Συχνά χρησιμοποιείται μεταφορικά για να περιγράψει καταστάσεις, ευκαιρίες ή πιθανότητες που είναι ακόμα ανοιχτές ή που δεν έχουν καθοριστεί, όπως το μέλλον ή οι επιλογές στη ζωή. Η χρήση του όρου είναι συχνή και σε γραπτές και προφορικές διατυπώσεις.
«Η άγραφη σελίδα της ζωής μου είναι γεμάτη από δυνατότητες.»
"Each day is like an unwritten page that you can fill however you choose."
«Κάθε μέρα είναι όπως μια άγραφη σελίδα που μπορείς να γεμίσεις όπως εσύ επιλέγεις.»
"He stared at the unwritten page, wondering what story it would tell."
Η φράση "unwritten page" χρησιμοποιείται συχνά σε μεταφορές που αφορούν το μέλλον, την αβέβαιη κατάσταση ή την ανάγκη για δημιουργία νέων ευκαιριών.
«Κάθε νέο έργο αρχίζει ως μια άγραφη σελίδα, περιμένοντας ιδέες.»
"In life, we often look at the unwritten page and consider our next steps."
«Στη ζωή, συχνά κοιτάμε την άγραφη σελίδα και σκεφτόμαστε τα επόμενα βήματά μας.»
"An unwritten page can be intimidating, but it's also exciting."
«Μια άγραφη σελίδα μπορεί να είναι αποθαρρυντική, αλλά είναι επίσης συναρπαστική.»
"With each decision, you turn the unwritten page of your future."
«Με κάθε απόφαση, γυρίζεις την άγραφη σελίδα του μέλλοντός σου.»
"The unwritten page beckons for creativity and innovation."
Ο όρος "unwritten" προέρχεται από το αγγλικό πρόθεμα "un-", που σημαίνει "μη" ή "χωρίς," και το ρήμα "write" (γράφω). Ο όρος "page" προέρχεται από το λατινικό "pagina," που σημαίνει "σελίδα" ή "φύλλο σε βιβλίο."
Συνώνυμα: - Blank page - Empty page
Αντώνυμα: - Written page - Completed page