Upholstery είναι ουσιαστικό.
/ʌˈpoʊlstəri/
Η λέξη "upholstery" αναφέρεται στα υλικά που χρησιμοποιούνται για την επένδυση επίπλων, συμπεριλαμβανομένων των υφασμάτων, των αφρών και των άλλων στοιχείων που παρέχουν άνεση και αισθητική σε καρέκλες, καναπέδες και άλλα έπιπλα. Η χρήση της λέξης είναι πιο συχνή στο γραπτό πλαίσιο, αν και μπορεί να χρησιμοποιηθεί και στον προφορικό λόγο.
Έκανε εξαιρετική δουλειά στην επένδυση της καρέκλας.
Upholstery fabric:
Το ύφασμα επένδυσης πρέπει να είναι ανθεκτικό και εύκολο στον καθαρισμό.
Upholstery shop:
Η λέξη "upholstery" προέρχεται από τη μέση αγγλική λέξη "upholder" που σημαίνει "να κρατάς ψηλά" ή "να υποστηρίζεις". Στην αρχαία εποχή, οι "upholders" ήταν οι άνθρωποι που κρατούσαν ή υποστήριζαν τα έπιπλα και τα αντικείμενα για να τα κάνουν πιο άνετα.
Συνώνυμα: - ταπετσαρία - επένδυση - ύφασμα επίπλωσης
Αντώνυμα: - ξεγυμνωμένο (naked) - χωρίς επένδυση (uncovered) - γυμνό (bare)