Ο όρος "upper strut" είναι ουσιαστικό.
/ˈʌpər strʌt/
Ο όρος "upper strut" αναφέρεται σε τμήμα ενός μηχανισμού ή δομής που παρέχει στήριξη και σταθερότητα. Χρησιμοποιείται κυρίως στη μηχανολογία, τον τομέα της αυτοκινητοβιομηχανίας, καθώς και σε σειρές προϊόντων που απαιτούν αντοχή και υποστήριξη. Η χρήση του είναι συχνότερη σε γραπτό πλαίσιο, ιδίως σε τεχνικές περιγραφές και εγχειρίδια.
Ο μηχανικός αντικατέστησε το άνω στήριγμα για να βελτιώσει την οδήγηση του αυτοκινήτου.
An inferior upper strut can lead to instability in the structure.
Ένα κατώτερο άνω στήριγμα μπορεί να προκαλέσει αστάθεια στη δομή.
The upper strut design is crucial for the overall performance of the vehicle.
Ο όρος "upper strut" δεν αποτελεί τμήμα ιδιωματικών εκφράσεων στην Αγγλική γλώσσα, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε τεχνικά συμφραζόμενα. Ωστόσο, εδώ είναι κάποιες εκφράσεις σχετικές με τη στήριξη και τη σταθερότητα:
"Στηρίζοντας το άνω στήριγμα."
"Strengthening the upper strut is key to structural integrity."
"Η ενίσχυση του άνω στηρίγματος είναι κλειδί για την ακεραιότητα της δομής."
"The upper strut acts as a backbone for the assembly."
Η λέξη "strut" προέρχεται από την παλαιά Αγγλική "stretan" που σημαίνει "να τεντώσω" ή "να στηρίξω". Συνδυάζεται με τον προσδιορισμό "upper" που προέρχεται από την Αγγλική λέξη "up", υποδεικνύοντας την τοποθεσία της στήριξης στη δομή.
Συνώνυμα: - Support - Beam - Column
Αντώνυμα: - Weakness - Instability - Collapse