upperclassman - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

upperclassman (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Upperclassman είναι ουσιαστικό.

Φωνητική μεταγραφή

[ˈʌpərˌklæsmən]

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Ο όρος upperclassman αναφέρεται σε ένα φοιτητή ή φοιτήτρια που βρίσκεται στις ανώτερες τάξεις ενός σχολείου ή πανεπιστήμιου, συνήθως στους τελευταίους δύο χρόνους σπουδών (π.χ. τρίτος ή τέταρτος χρόνος σε πανεπιστήμιο). Χρησιμοποιείται κυρίως σε εκπαιδευτικά περιβάλλοντα και μπορεί να αναφέρεται σε άτομα που έχουν περισσότερη εμπειρία ή ωριμότητα σε σύγκριση με τους πρωτοετείς φοιτητές. Η χρήση του περισσεύει σε γραπτές αλλά και προφορικές επικοινωνίες.

Συχνότητα χρήσης

Ο όρος χρησιμοποιείται συχνά στην αγγλική γλώσσα κυρίως σε σχολικά και εκπαιδευτικά πλαίσια, αλλά είναι πιο κοινός για προφορικούς διαλόγους.

Δείγμα προτάσεων

  1. The upperclassman offered to help me understand the course material.
  2. Ο ανώτερος φοιτητής προσφέρθηκε να με βοηθήσει να κατανοήσω το υλικό του μαθήματος.

  3. I asked an upperclassman about their experience in the program.

  4. Ρώτησα έναν ανώτερο φοιτητή για την εμπειρία τους στο πρόγραμμα.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Ο όρος upperclassman μπορεί να μην είναι ευρέως διαδεδομένος σε ιδιωματικές εκφράσεις, ωστόσο μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε κάποιες κοινές εκφράσεις που αφορούν την εκπαιδευτική εμπειρία:

  1. As an upperclassman, I feel a responsibility to mentor the freshmen.
  2. Ως ανώτερος φοιτητής, αισθάνομαι μια ευθύνη να καθοδηγώ τους πρωτοετείς.

  3. Upperclassmen often have more opportunities for internships.

  4. Οι ανώτεροι φοιτητές συχνά έχουν περισσότερες ευκαιρίες για πρακτική άσκηση.

  5. Being an upperclassman means you can choose your own classes first.

  6. Το να είσαι ανώτερος φοιτητής σημαίνει ότι μπορείς να επιλέγεις πρώτος τα μαθήματά σου.

Ετυμολογία της λέξης

Ο όρος upperclassman προέρχεται από την αγγλική γλώσσα και προήλθε από τη σύνθεση των λέξεων "upper" (άνω, ανώτερος) και "classman" (φοιτητής σε συγκεκριμένη τάξη ή επίπεδο).

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα

Αντώνυμα



25-07-2024