uptight - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

uptight (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Επίθετο

Φωνητική μεταγραφή

/ˌʌpˈtaɪt/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και χρήση

Η λέξη "uptight" χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάποιον που είναι νευρικός ή ανήσυχος, καθώς και κάποιον που μπορεί να είναι πολύ αυστηρός ή παρατηρητικός σε κοινωνικές καταστάσεις. Συχνά χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει έλλειψη χαλάρωσης και ακαμψία στη συμπεριφορά.

Η συχνότητα χρήσης της είναι αρκετά υψηλή τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, με μια ελαφρώς μεγαλύτερη προτίμηση στον προφορικό λόγο.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. He's always so uptight about deadlines.
  2. Αυτός είναι πάντα τόσο σφιγμένος σχετικά με τις προθεσμίες.

  3. Don't be uptight; relax and enjoy the party!

  4. Μην είσαι νευρικός; Χαλάρωσε και απόλαυσε το πάρτι!

  5. She seemed uptight during the interview.

  6. Εμφανίστηκε σφιγμένη κατά τη διάρκεια της συνέντευξης.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "uptight" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε καθιερωμένες ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να εμφανιστεί σε περισσότερες ανεπίσημες ή παραδοσιακές φράσεις που περιγράφουν τα συναισθήματα και τη συμπεριφορά.

  1. Don't get uptight over small things.
  2. Μην νευριάζεις για μικρά πράγματα.

  3. He’s too uptight to have fun at the beach.

  4. Είναι πολύ σφιγμένος για να διασκεδάσει στην παραλία.

  5. I wish she would just learn to let go and stop being so uptight.

  6. Εύχομαι να μάθει απλώς να απελευθερωθεί και να σταματήσει να είναι τόσο σφιγμένη.

  7. Being uptight can cause unnecessary stress.

  8. Το να είσαι σφιγμένος μπορεί να προκαλέσει περιττό άγχος.

  9. You need to loosen up; you’re too uptight!

  10. Πρέπει να χαλαρώσεις; Είσαι πολύ σφιγμένος!

Ετυμολογία

Η λέξη "uptight" πιθανότατα προήλθε από το πρώτο μέρος "up", το οποίο μεταφέρει την έννοια της ανόδου ή της κατεύθυνσης προς τα πάνω, και το "tight", το οποίο σημαίνει σφιχτός ή περιορισμένος. Συνδυάζοντας αυτές τις έννοιες, υποδηλώνει μια κατάσταση όπου κάποιος κρατάει σφιχτά τα συναισθήματά του ή τις αντιδράσεις του.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - tense - nervous - anxious - rigid

Αντώνυμα: - relaxed - easygoing - carefree - laid-back



25-07-2024