Η φράση "usable condition" αποτελείται από δύο λέξεις: το επίθετο "usable" και το ουσιαστικό "condition". Έτσι, μπορεί να καταταχθεί ως φράση που λειτουργεί ως ουσιαστικό.
/ˈjuːzəbl kənˈdɪʃən/
Η φράση "usable condition" αναφέρεται σε κάτι που είναι σε καλή κατάσταση ώστε να μπορεί να χρησιμοποιηθεί. Συνήθως χρησιμοποιείται σε περιβάλλοντα που σχετίζονται με τη φυσική κατάσταση προϊόντων, μηχανημάτων ή άλλων αντικειμένων. Η χρήση της είναι πιο συχνή σε γραπτό πλαίσιο, αν και μπορεί να εμφανιστεί και σε προφορικό λόγο.
Ο παλιός υπολογιστής είναι ακόμη σε κατάσταση χρήσης.
We need to check if the tools are in usable condition before the project starts.
Πρέπει να ελέγξουμε αν τα εργαλεία είναι σε λειτουργική κατάσταση πριν αρχίσει το έργο.
The furniture was donated because it is in usable condition.
Αν και η φράση "usable condition" δεν εμφανίζεται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, η έννοια που σχετίζεται με την καταλληλότητα και την κατάσταση μπορεί να συνδυαστεί με άλλες εκφράσεις.
Βεβαιωθείτε ότι ο εξοπλισμός είναι σε λειτουργική κατάσταση προτού προχωρήσουμε.
Safe to use
Αυτός ο εξοπλισμός χρειάζεται μια επιθεώρηση για να διασφαλιστεί ότι είναι ασφαλής για χρήση.
Fit for purpose
Τα αντικείμενα πρέπει να είναι σε κατάσταση που να ανταποκρίνεται στη χρήση πριν πωληθούν.
In good shape
Η λέξη "usable" προέρχεται από το αγγλικό ρήμα "use" (χρησιμοποιώ) με την προσθήκη του επιθηματικού "able", που σημαίνει "ικανός/ή να". Η λέξη "condition" είναι ηθική προέλευση από τη λατινική λέξη "conditio", που σημαίνει "κατάσταση".
Συνώνυμα: - Functional condition - Operable condition
Αντώνυμα: - Inaccessible condition - Non-working condition