Έκφραση (φραστική σύνθεση)
/vˈeɪkənt siːt/
Η φράση "vacant seat" αναφέρεται σε μια θέση ή κάθισμα που δεν είναι κατειλημμένο ή που είναι διαθέσιμο για χρήση. Η χρήση της μπορεί να παρατηρηθεί σε διάφορα συμφραζόμενα, όπως σε δημόσιες συγκοινωνίες, θεατρικές παραστάσεις, αεροπλάνα ή ακόμη και σε συναντήσεις και εκδηλώσεις. Η φράση είναι πιο συχνή στον προφορικό λόγο, αλλά χρησιμοποιείται επίσης και σε γραπτά κείμενα, ειδικά σε περιγραφές ή ανακοινώσεις.
Υπάρχει μια κενή θέση δίπλα μου στο λεωφορείο.
Please take a vacant seat while waiting for your appointment.
Παρακαλώ καθίστε σε μια ελεύθερη θέση ενώ περιμένετε για το ραντεβού σας.
The vacant seat in the theater was a surprise during the sold-out show.
Η φράση "vacant seat" δεν είναι πολύ συχνή σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε περιφραστικούς τύπους και εκφράσεις που δίνουν έμφαση σε κατάσταση εκκένωσης ή αδυναμίας πλήρωσης θέσεων.
Μια κενή θέση μπορεί να οδηγήσει σε χαμένες ευκαιρίες.
"They are searching for someone to fill the vacant seat."
Ψάχνουν κάποιον για να καλύψει την κενή θέση.
"Every vacant seat tells a story of those who didn’t show up."
Η λέξη "vacant" προέρχεται από το λατινικό "vacans", που σημαίνει "κενός" ή "χωρίς περιεχόμενο". Η λέξη "seat" προέρχεται από το αρχαίο γερμανικό "sēti", που σημαίνει "τοποθεσία για να καθίσει κανείς".
Συνώνυμα: - Empty seat (άδεια θέση) - Unoccupied seat (μη κατειλημμένη θέση)
Αντώνυμα: - Occupied seat (κατειλημμένη θέση) - Full seat (γεμάτη θέση)