Ο όρος "vaginal forceps" είναι ουσιαστικό.
/ˈvædʒɪnəl ˈfɔːrˌsɛps/
Οι "vaginal forceps" είναι ιατρικά εργαλεία που χρησιμοποιούνται κατά τη διάρκεια του τοκετού για να βοηθήσουν τη διαδικασία της γέννησης. Χρησιμοποιούνται για να πιάσουν και να καθοδηγήσουν το μωρό κατά την έξοδό του από τον κόλπο. Αυτά τα εργαλεία συνήθως χρησιμοποιούνται όταν η γέννηση πρέπει να επιταχυνθεί, όταν υπάρχει κίνδυνος για τη μητέρα ή το μωρό, ή εάν το μωρό δεν προχωράει φυσιολογικά κατά τη διάρκεια του τοκετού.
Η χρήση τους είναι πιο συχνή σε ιατρικά και γραπτά πλαίσια, παρά στον προφορικό λόγο, λόγω του τεχνικού τους χαρακτήρα.
The doctor decided to use vaginal forceps to assist with the delivery.
Ο γιατρός αποφάσισε να χρησιμοποιήσει κολπικές λαβίδες για να βοηθήσει με τη γέννα.
Vaginal forceps can sometimes lead to injuries if not used properly.
Οι κολπικές λαβίδες μπορούν μερικές φορές να προκαλέσουν τραυματισμούς αν δεν χρησιμοποιηθούν σωστά.
Η φράση "vaginal forceps" δεν παρουσιάζει πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στο Αγγλικά, αφού είναι ένας εξειδικευμένος ιατρικός όρος. Ωστόσο, μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε αιχμές που σχετίζονται με την παρακολούθηση της εγκυμοσύνης και του τοκετού:
"Using vaginal forceps requires great skill and experience."
"Η χρήση κολπικών λαβίδων απαιτεί μεγάλη δεξιότητα και εμπειρία."
"The obstetrician was trained in the safe application of vaginal forceps."
"Ο μαιευτήρας εκπαιδεύτηκε στην ασφαλή εφαρμογή κολπικών λαβίδων."
"In complicated deliveries, vaginal forceps may be lifesaving."
"Σε περίπλοκες γεννήσεις, οι κολπικές λαβίδες μπορεί να είναι σωτήριες."
Η λέξη "forceps" προέρχεται από τη λατινική λέξη "forcipis", που σημαίνει "λαβίδα". Η λέξη "vaginal" προέρχεται από το λατινικό "vaginālis", που σχετίζεται με τον κόλπο (vagina).
Συνώνυμα: - Obstetric forceps - Delivery forceps
Αντώνυμα: - χειροκίνητη γέννηση (με φυσικό τρόπο χωρίς εργαλεία) - Κλινική εμπειρία όπου δεν χρειάζονται ιατρικά εργαλεία
Αυτές οι καινοτομίες στη γλώσσα συνθέτουν τη σημασία και τη χρήση του όρου "vaginal forceps" στο ιατρικό περιβάλλον.