vague - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

vague (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Vague είναι επίθετο.

Φωνητική μεταγραφή

/v eɪ ɡ/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη vague χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι που είναι ασαφές, αβέβαια καθορισμένο ή δύσκολα κατανοητό. Χρησιμοποιείται συχνά όταν κάποιος δεν είναι συγκεκριμένος ή όταν η πληροφορία είναι αόριστη. Στη γλώσσα των Αγγλικών, η λέξη χρησιμοποιείται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, αλλά συναντάται πιο συχνά σε γραπτά κείμενα που περιγράφουν ιδέες ή συναισθήματα.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. The instructions were too vague for us to follow.
    Οι οδηγίες ήταν πολύ σαφείς για να τις ακολουθήσουμε.

  2. He gave a vague response to the question.
    Έδωσε μια ασαφή απάντηση στην ερώτηση.

  3. Her memories of that day were quite vague.
    Οι αναμνήσεις της εκείνης της ημέρας ήταν αρκετά αβέβαιες.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη vague δεν συναντάται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να ενσωματωθεί σε πολλές φράσεις όπως:

  1. Vague notion - He had a vague notion of what he wanted to achieve.
    Είχε μια αόριστη έννοια για το τι ήθελε να πετύχει.

  2. Vague idea - I have a vague idea about the plan.
    Έχω μια ασαφή ιδέα για το σχέδιο.

  3. Vague promises - The politician made vague promises during his campaign.
    Ο πολιτικός έκανε ασαφείς υποσχέσεις κατά τη διάρκεια της καμπάνιας του.

  4. Vague reference - She made a vague reference to her past experiences.
    Έκανε μια αφηρημένη αναφορά στις παρελθόντες εμπειρίες της.

  5. Vague feelings - He has vague feelings about his future.
    Έχει ασαφή συναισθήματα για το μέλλον του.

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη vague προέρχεται από τη γαλλική λέξη vague, που σημαίνει "αδιευκρίνιστος". Το θρόισμα της λέξης σχετίζεται με την ασαφή φύση της και τις ευρείες σημασίες που έχει.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα:
- unclear (ασαφής)
- ambiguous (δυσερμήνευτος)
- obscure (ομιχλώδης)

Αντώνυμα:
- clear (σαφής)
- definite (ακριβής)
- explicit (ρητός)



25-07-2024